Το πρόβλημα με τις ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους προέκυψε φέτος, με τις εταιρείες που πήγαν στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης να βρίσκονται προ εκπλήξεως όταν διαπίστωσαν ότι ζητούνται εκπτώσεις που αγγίζουν το 90%
 
Σε θρίλερ για γερά νεύρα εξελίσσεται η διαπραγμάτευση για τις ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους, αφού φαίνεται πως οδηγείται σε αδιέξοδο. Πλέον η απειλή ελλείψεων για αυτά τα απαραίτητα σε πολλές κατηγορίες ασθενών σκευάσματα είναι ορατή, με ευθύνη του υπουργού Υγείας, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και την ανοχή της κυβέρνησης, όπως επισημαίνουν πηγές των εταιρειών που μετέχουν στη διαδικασία.
 
Το πρόβλημα με τις ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους προέκυψε φέτος, με τις εταιρείες που πήγαν στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης να βρίσκονται προ εκπλήξεως όταν διαπίστωσαν ότι ζητούνται εκπτώσεις που αγγίζουν το 90%. Στην ουσία, η Επιτροπή έχει ζητήσει από τις εταιρείες να «προπληρώσουν» clawback, για μια κατηγορία η οποία τα προηγούμενα χρόνια προστατευόταν από υποχρεωτικές επιστροφές, καθώς πρόκειται για προϊόντα που στο παρελθόν είχαν προβλήματα ελλείψεων.
Συγκεκριμένα, τόσο ο Βασίλης Κικίλιας όσο και ο Θάνος Πλεύρης, με διαδοχικές Υπουργικές Αποφάσεις είχαν εξαιρέσει τις ηπαρίνες από τις υποχρεωτικές επιστροφές, διαμορφώνοντας κλειστούς προϋπολογισμούς για τα παράγωγα αίματος. Και οι δύο αποφάσεις βασίζονταν σε λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και προέβλεπαν προϋπολογισμό κοντά στο 56 εκατ. ευρώ ετησίως, με την υποχρέωση πληρωμής rebate από την πλευρά των εταιρειών. Στην κατεύθυνση αυτή κατέθεσαν τις προτάσεις τους και φέτος οι εταιρείες, όμως το υπουργείο Υγείας είχε αλλάξει άποψη.
 
Την αλλαγή αυτή προσπαθούν να ερμηνεύσουν στη φαρμακευτική αγορά, που «αδειάζει» τους προηγούμενους υπουργούς Υγείας, και εγείρει ερωτήματα για «περίεργες» και «στοχευμένες» αποφάσεις, με απώτερο σκοπό να «σπρώξει» την κερδοφορία σε συγκεκριμένες οδούς. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει πέσει στο τραπέζι η λύση του ΙΦΕΤ, προδιαγράφοντας στην ουσία τη σκληρή στάση του Υπουργείου και το ναυάγιο της διαπραγμάτευσης. Η λύση του ΙΦΕΤ, όμως, είναι γνωστό ότι πάντα ζημιώνει την Πολιτεία αφού εισάγει τα όποια σκευάσματα σε πολλαπλάσια τιμή, ενώ για να ενεργοποιηθεί ως μηχανισμός πρέπει να έχει δημιουργηθεί έλλειψη. Άρα, ο κ. Χρυσοχοΐδης βρίσκεται μπροστά στην αντίφαση, η πολιτική του να δημιουργήσει έλλειψη στις ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους, τη στιγμή που έχει αναγνωρίσει τις ελλείψεις φαρμάκων σε υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί.
 
Οι ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους είναι μια κατηγορία αντιπηκτικών που έχουν γίνει αναπόσπαστο εργαλείο στη διαχείριση διαφόρων κλινικών καταστάσεων, στην καθημερινή ιατρική πρακτική. Χρησιμοποιούνται ως αντιπηκτική αγωγή μετά από χειρουργικές επεμβάσεις, από εγκύους, από νεφροπαθείς κ.α. Σύμφωνα με τα θεραπευτικά πρωτόκολλα αποτελούν τη βασική φαρμακευτική επιλογή για την πρόληψη και θεραπεία της φλεβικής θρομβοεμβολικής νόσου. To 2018, εξαιτίας έλλειψης πρώτης ύλης για την παρασκευή ηπαρίνης, δημιουργήθηκαν συνθήκες έλλειψεων παγκοσμίως. Αποτέλεσμα ήταν η αύξηση της ζήτησης και η επακόλουθη αύξηση στην τιμή των ηπαρινών. Στη συνέχεια, η πανδημία της covid-19 επιδείνωσε το πρόβλημα, καθώς οι ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους χρησιμοποιούνταν στην αγωγή κατά της νόσου. Το παγκόσμιο ζήτημα των ελλείψεων των ηπαρινών επηρέασε και την Ελλάδα, ενώ η επιβάρυνση των αυτόματων επιστροφών ενέτεινε το πρόβλημα των ελλείψεων. Μάλιστα, οι ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους συμπεριλήφθηκαν στην πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρώτη έκδοση του καταλόγου κρίσιμων φαρμάκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο την ενίσχυση της αλυσίδας εφοδιασμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όπως τονίζεται, ένα φάρμακο θεωρείται κρίσιμο εάν χρησιμοποιείται σε σοβαρές ασθένειες και δεν μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί από άλλα φάρμακα. Η συμπερίληψη στον κατάλογο δεν σημαίνει ότι το φάρμακο είναι ήδη σε έλλειψη ή είναι πιθανό να παρουσιάσει έλλειψη στο εγγύς μέλλον. Σημαίνει ότι η πρόληψη των ελλείψεων είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική βλάβη στους ασθενείς και να θέσει σημαντικές προκλήσεις στα συστήματα υγείας, διευκρινίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
 
Επομένως, η τακτική του υπουργείου Υγείας έρχεται σε αντίθεση και με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις. Το ζήτημα είναι σε ποιον θα καταλογιστεί η ευθύνη της ταλαιπωρίας των ασθενών, αν τελικά οδηγηθεί η χώρα σε έλλειψη ηπαρινών χαμηλού μοριακού βάρους. Τέλος, επισημαίνεται πως με ήδη έναν ατυχή χειρισμό στο θέμα των αντιγριπικών εμβολίων από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου, κάποιοι πλέον διερωτώνται εάν τίθεται ζήτημα προσωποποιημένης στοχοποίησης επιχειρηματιών του κλάδου…
 
Πηγή: Newsbomb.gr