- Λεπτομέρειες
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
XATRAL
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο Xatral επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο περιέχει υδροχλωρική αλφουζοσίνη 2,5 mg.
Κάθε δισκίο Xatral επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο βραδείας αποδέσμευσης περιέχει υδροχλωρική
αλφουζοσίνη 5 mg.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
- Eπικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο
- Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο βραδείας αποδέσμευσης
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Συμπτωματική θεραπεία της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη για βραχυχρόνια περίοδο, όταν η
εγχείρηση για διάφορους λόγους πρέπει να καθυστερήσει.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Τρόπος χορήγησης: Από του στόματος
Δοσολογία: Η δοσολογία εξατομικεύεται βάσει των αναγκών εκάστου ασθενούς.
ΧΑΤRAL 2,5 mg
Ενήλικες: Η συνιστώμενη δοσολογία είναι 1 δισκίο των 2,5 mg 3 φορές ημερησίως (7,5 mg
ημερησίως).
Ηλικιωμένοι: Ως προφύλαξη κατά τη συνταγογράφηση του Xatral 2,5 mg σε ηλικιωμένους ασθενείς
(ηλικίας άνω των 65 ετών) ή στους υπερτασικούς ασθενείς υπό θεραπεία, η αρχική δόση θα πρέπει να
είναι 1 δισκίο των 2,5 mg το πρωί και 1 δισκίο 2,5 mg το βράδυ.
Σημείωση: Οι δοσολογίες αυτές μπορεί να αυξάνονται έως ένα μέγιστο 4 δισκίων Xatral των 2,5 mg
ημερησίως (10 mg) ανάλογα με την κλινική ανταπόκριση και ανοχή.
Νεφρική ανεπάρκεια: Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια, ως προφύλαξη, συνιστάται να ξεκινά η
δοσολογία από το 1 δισκίο 2,5 mg 2 φορές ημερησίως και να προσαρμόζεται ανάλογα με την κλινική
ανταπόκριση.
Ηπατική ανεπάρκεια: Σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια, συνιστάται να ξεκινά η θεραπεία από το
1 δισκίο των 2,5 mg ημερησίως, και να αυξάνεται στο 1 δισκίο των 2,5 mg 2 φορές ημερησίως
ανάλογα με την κλινική ανταπόκριση.
ΧΑΤRAL 5 mg
Ενήλικες: 1 δισκίο 2 φορές ημερησίως (πρωί και βράδυ).
Ηλικιωμένοι: Ως προφύλαξη κατά τη συνταγογράφηση του Xatral 5 mg σε ηλικιωμένους ασθενείς ή
στους υπερτασικούς ασθενείς υπό θεραπεία, συνιστάται να ξεκινά η δοσολογία από το 1 δισκίο των
2,5 mg δύο φορές την ημέρα (πρωί και βράδυ) που μπορεί να αυξηθεί στο 1 δισκίο των 5 mg 2 φορές
ημερησίως (πρωί και βράδυ), ανάλογα με την κλινική ανταπόκριση.
Νεφρική ανεπάρκεια: Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια, ως προφύλαξη, συνιστάται να ξεκινά η
δοσολογία από το 1 δισκίο των 2,5 mg 2 φορές την ημέρα (πρωί και βράδυ) ή 1 δισκίο των 5 mg το
βράδυ και να προσαρμόζεται ανάλογα με την κλινική ανταπόκριση.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η αποτελεσματικότητα της αλφουζοσίνης δεν έχει καταδειχθεί σε παιδιά ηλικίας 2 έως 16 ετών (βλ.
παράγραφο 5.1). Επομένως, η αλφουζοσίνη δεν ενδείκνυται για χρήση στον παιδιατρικό πληθυσμό.
4.3 Αντενδείξεις
- Υπερευαισθησία στην αλφουζοσίνη ή σε κάποιο από τα έκδοχα
- Ορθοστατική υπόταση
- Συνδυασμός με άλλους άλφα1-αποκλειστές
- Σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Προειδοποιήσεις
Η αλφουζοσίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς, οι οποίοι λαμβάνουν αντιυπερτασική
φαρμακευτική αγωγή ή νιτρώδη.
Όπως συμβαίνει και με όλους τους άλφα1-αποκλειστές, σε ορισμένα άτομα, ιδιαίτερα στους ασθενείς
στους οποίους χορηγούνται αντιϋπερτασικά φάρμακα, μπορεί να αναπτυχθεί λίγες ώρες μετά τη
χορήγηση ορθοστατική υπόταση με ή χωρίς συμπτώματα (ζάλη, κόπωση, εφίδρωση). Σε τέτοιες
περιπτώσεις, ο ασθενής θα πρέπει να ξαπλώνει μέχρι να εξαλειφθούν εντελώς τα συμπτώματα. Οι
παρενέργειες αυτές είναι συνήθως παροδικές, εμφανίζονται κατά την έναρξη της θεραπείας και δεν
εμποδίζουν συνήθως τη συνέχιση της θεραπείας. Ο ασθενής θα πρέπει να προειδοποιείται για την
ενδεχόμενη εμφάνιση τέτοιων ανεπιθύμητων ενεργειών.
Χρειάζεται προσοχή η χορήγηση αλφουζοσίνης σε ασθενείς με συμπτωματική ορθοστατική υπόταση.
Θα πρέπει να παρακολουθείται συχνά η αρτηριακή πίεση, ειδικά κατά την έναρξη της θεραπείας.
Υπάρχει κίνδυνος ισχαιμικών εγκεφαλικών διαταραχών σε ασθενείς με συμπτωματικές ή
ασυμπτωματικές προϋπάρχουσες διαταραχές του κυκλοφορικού στον εγκέφαλο, λόγω του γεγονότος
της δυνητικής ανάπτυξης υπότασης μετά από χορήγηση αλφουζοσίνης (βλέπε παράγραφο 4.8).
Οι ασθενείς με συγγενή παράταση του διαστήματος QTc, με γνωστό ιστορικό επίκτητης παράτασης
του διαστήματος QTc ή εκείνοι που λαμβάνουν φάρμακα που είναι γνωστό ότι αυξάνουν το διάστημα
QTc πρέπει να αξιολογούνται πριν και κατά τη διάρκεια της χορήγησης της αλφουζοσίνης.
Τα Xatral 2,5 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία περιέχουν μονοϋδρική λακτόζη. Οι ασθενείς
με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, έλλειψης λακτάσης Lapp ή
δυσαπορρόφησης γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φαρμακευτικό προϊόν.
Τα Xatral 5 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία βραδείας αποδέσμευσης περιέχουν
υδρογονωμένο κικέλαιο, το οποίο μπορεί να προκαλέσει στομαχικές ενοχλήσεις και διάρροια.
Προφυλάξεις
Πριν από την έναρξη της αγωγής πρέπει να αποκλείεται η περίπτωση της κακοήθειας (εξέταση από το
ορθό και προσδιορισμός PSA).
Προσοχή θα πρέπει να δίνεται όταν η αλφουζοσίνη χορηγείται σε ασθενείς οι οποίοι είχαν έντονη
υποτασική ανταπόκριση με κάποιον άλλο άλφα1-αποκλειστή.
Σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, η ειδική αγωγή για τη στεφανιαία ανεπάρκεια θα πρέπει να
συνεχίζεται. Εάν η στηθάγχη επανεμφανίζεται ή επιδεινώνεται, θα πρέπει να διακόπτεται η χορήγηση
αλφουζοσίνης.
Όπως με όλους τους άλφα1-αποκλειστές, η αλφουζοσίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε
ασθενείς με οξεία καρδιακή ανεπάρκεια.
Κάποιοι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε εγχείρηση για καταρράκτη, οι οποίοι ήταν σε αγωγή ή έλαβαν
προηγουμένως άλφα1-αποκλειστές παρουσίασαν το σύνδρομο διεγχειρητικής ασταθούς/χαλαρής
ίριδας [Intraoperative Floppy Iris Syndrome – IFIS, μία παραλλαγή του συνδρόμου μικρής κόρης
(small pupil syndrome)]. Αν και ο κίνδυνος αυτής της παρενέργειας με την αλφουζοσίνη φαίνεται
πολύ μικρός, οι χειρουργοί - οφθαλμίατροι πρέπει να πληροφορούνται, πριν την εγχείρηση για
καταρράκτη, για τρέχουσα ή προηγούμενη αγωγή με άλφα1-αποκλειστές, επειδή το IFIS μπορεί να
οδηγήσει σε αυξημένη πιθανότητα επιπλοκών κατά την εγχείρηση. Οι οφθαλμίατροι πρέπει να είναι
προετοιμασμένοι για πιθανές τροποποιήσεις στην χειρουργική τους τεχνική.
Οι ασθενείς πρέπει να προειδοποιούνται ότι το δισκίο πρέπει να καταπίνεται ολόκληρο. Κάθε άλλος
τρόπος χορήγησης, όπως σπάσιμο, θρυμματισμός σε σκόνη, μάσημα ή άλεσμα δεν επιτρέπεται. Αυτές
οι ενέργειες μπορεί να οδηγήσουν σε ακατάλληλη αποδέσμευση και απορρόφηση του φαρμάκου και
επομένως σε πιθανές πρώιμες ανεπιθύμητες ενέργειες.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Συνδυασμοί που αντενδείκνυνται
Αποκλειστές άλφα1-υποδοχέων (βλέπε «Αντενδείξεις»).
Συνδυασμοί που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη
- Αντιϋπερτασικά φάρμακα (βλέπε Παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη
χρήση)
- Νιτρώδη (βλέπε Παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση)
- Ισχυροί αναστολείς του CYP3A4 (όπως η κετοκοναζόλη, η ιτρακοναζόλη και η ριτοναβίρη) εφόσον
τα επίπεδα της αλφουζοσίνης στο αίμα αυξάνονται (βλέπε παράγραφο 5.2).
Γενικά αναισθητικά: η χορήγηση γενικών αναισθητικών σε ασθενή που ακολουθεί θεραπεία με
αλφουζοσίνη μπορεί να οδηγήσει σε αστάθεια της πίεσης του αίματος.
Συνιστάται να διακόπτεται το φάρμακο 24 ώρες πριν τη χειρουργική επέμβαση.
Δεν παρατηρήθηκε φαρμακοδυναμική ή φαρμακοκινητική αλληλεπίδραση της αλφουζοσίνης με
βαρφαρίνη, διγοξίνη, υδροχλωροθειαζίδη και ατενολόλη.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Λόγω της ένδειξής του δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις αυτές.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για την επίδραση στην ικανότητα οδήγησης οχημάτων.
Ανεπιθύμητες ενέργειες όπως είναι ο ίλιγγος, η ζάλη και η αδυναμία μπορεί να εμφανιστούν ιδιαίτερα
κατά την έναρξη της θεραπείας. Αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την οδήγηση οχημάτων και το
χειρισμό μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η παρακάτω κατάταξη (CIOMS) της συχνότητας εμφάνισης χρησιμοποιείται, όπου εφαρμόζεται:
Πολύ συχνές ≥10%, Συχνές ≥1 & <10%, Όχι συχνές ≥0,1 & <1%, Σπάνιες ≥0,01 & <0,1%, Πολύ
σπάνιες <0,01%, μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Κατηγορία/Οργανικό Σύστημα Xatral 2,5 mg - 5 mg
Καρδιακές διαταραχές Όχι συχνές: ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών
Πολύ σπάνια: στηθάγχη σε ασθενείς με
προϋπάρχουσα στεφανιαία νόσο (βλέπε
παράγραφο 4.4)
Μη γνωστή συχνότητα: κολπική μαρμαρυγή
Οφθαλμικές διαταραχές Όχι συχνή: μη φυσιολογική όραση
Μη γνωστή συχνότητα: σύνδρομο διεγχειρητικής
ασταθούς/χαλαρής ίριδας (βλέπε παράγραφο 4.4)
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού
χορήγησης
Συχνές: εξασθένιση, αίσθημα κακουχίας
Όχι συχνές: οίδημα, θωρακικό άλγος
Διαταραχές του γαστρεντερικού Συχνές: ναυτία, κοιλιακό άλγος, διάρροια,
ξηροστομία
Μη γνωστή συχνότητα: έμετος
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων Μη γνωστή συχνότητα: ηπατοκυτταρική βλάβη,
χολοστατική νόσος του ήπατος
Διαταραχές του νευρικού συστήματος Συχνές: λιποθυμία/ζάλη, κεφαλαλγία, ίλιγγος
Όχι συχνές: υπνηλία, συγκοπή
Μη γνωστή συχνότητα: ισχαιμικές εγκεφαλικές
διαταραχές σε ασθενείς με υποκείμενες
αγγειοεγκεφαλικές διαταραχές
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και
του μαστού
Μη γνωστή συχνότητα: πριαπισμός
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος Όχι συχνή: ρινίτιδα
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου
ιστού
Όχι συχνές: εξάνθημα, κνησμός
Πολύ σπάνιες: κνίδωση, αγγειοοίδημα
Αγγειακές διαταραχές Συχνή: υπόταση (ορθοστατική)
Όχι συχνή: έξαψη
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού
συστήματος
Μη γνωστή συχνότητα: ουδετεροπενία
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν έχει αναφερθεί κανένα περιστατικό υπερδοσολογίας. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε
περιστατικά με καρδιακές ή εγκεφαλικές επιπλοκές. Σε περίπτωση υπερδοσολογίας το περιστατικό
πρέπει να αντιμετωπιστεί σε νοσοκομειακό περιβάλλον (γαστρική πλύση, αγγειοσύσπαση). Ο ασθενής
θα πρέπει να παραμένει σε ύπτια θέση, και να ακολουθεί συμβατική θεραπεία για υπόταση.
Το πιο κατάλληλο αντίδοτο πιθανόν είναι ένα αγγειοσυσπαστικό φάρμακο που δρα κατευθείαν στις
αγγειακές μυϊκές ίνες. Η αλφουζοσίνη δεν απομακρύνεται εύκολα με αιμοδιΰλιση λόγω της μεγάλης
σύνδεσής της με τις πρωτεΐνες του πλάσματος. Σε περίπτωση γαστρικής πλύσης πρέπει να χορηγείται
ενεργός άνθρακας.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: G04CA01
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η αλφουζοσίνη είναι ένα δραστικό από του στόματος παράγωγο της κιναζολίνης.
Είναι ένας εκλεκτικός ανταγωνιστής των μετασυναπτικών α1-αδρενεργικών υποδοχέων.
In vitro φαρμακολογικές μελέτες έχουν αποδείξει την εκλεκτικότητα της αλφουζοσίνης για τους
α1υποδοχείς που βρίσκονται στο τρίγωνο ουροδόχου κύστης, ουρήθρας και προστάτη.
Οι κλινικές εκδηλώσεις της Καλοήθους Υπερπλασίας του Προστάτη σχετίζονται με υποκυστική
απόφραξη, ο μηχανισμός της οποίας περιλαμβάνει τόσο ανατομικούς (στατικούς) όσο και
λειτουργικούς (δυναμικούς) παράγοντες. Η λειτουργική επίδραση της απόφραξης προκύπτει από την
τάση του προστατικού λείου μυός, η οποία ελέγχεται από τους α1-αδρενεργικούς υποδοχείς: η
ενεργοποίηση των α1-αδρενεργικών υποδοχέων διεγείρει τη σύσπαση του λείου μυός, αυξάνοντας
επομένως τον τόνο του προστάτη, της προστατικής κάψας, της προστατικής ουρήθρας και της βάσης
της ουροδόχου κύστης, και κατά συνέπεια, μειώνοντας την ουρηθρική πίεση και την αντίσταση, την
απόφραξη της εκροής και ενδεχομένως την πιθανή αστάθεια της ουροδόχου κύστης.
Οι άλφα-αποκλειστές μειώνουν την υποκυστική απόφραξη μέσω άμεσης δράσης στον προστατικό
λείο μυ.
In vivo, μελέτες με ζώα έχουν δείξει ότι η αλφουζοσίνη μειώνει την ουρηθρική πίεση και επομένως,
την αντίσταση στη ροή των ούρων κατά τη διάρκεια της διούρησης. Επιπλέον, η αλφουζοσίνη
αναστέλλει την αύξηση του τόνου της ουρήθρας πιο γρήγορα από αυτήν του αγγειακού μυός και
εμφανίζει λειτουργική ουροεκλεκτικότητα σε μη αναισθητοποιημένους νορμοτασικούς αρουραίους
μειώνοντας την ουρηθρική πίεση σε δόσεις που δεν επηρεάζουν την αρτηριακή πίεση.
Στον άνθρωπο, η αλφουζοσίνη βελτιώνει τις παραμέτρους κένωσης μειώνοντας τον ουρηθρικό τόνο
και την αντίσταση στο έσω στόμιο της ουρήθρας και διευκολύνει την κένωση της ουροδόχου κύστης.
Σε ελεγχόμενες με placebo μελέτες σε ασθενείς με ΚΥΠ, βρέθηκε ότι η αλφουζοσίνη:
1* αυξάνει σημαντικά το μέσο μέγιστο ρυθμό ροής (Qmax) σε ασθενείς με Qmax
15 ml/sec κατά 30%. Η βελτίωση αυτή παρατηρείται από την πρώτη δόση,
2* μειώνει σημαντικά την πίεση του εξωστήρα μυός και αυξάνει τον όγκο παράγοντας
μια ισχυρή επιθυμία κένωσης,
3* μειώνει σημαντικά τον υπολειμματικό όγκο των ούρων.
Οι ευνοϊκές αυτές ουροδυναμικές επιδράσεις οδηγούν σε βελτίωση των συμπτωμάτων της κατώτερης
ουροποιητικής οδού, δηλ., συμπτώματα πλήρωσης (ερεθιστικά) καθώς και κένωσης (αποφρακτικά), η
οποία καταδείχθηκε καθαρά.
Η συχνότητα εμφάνισης οξείας κατακράτησης ούρων σε ασθενείς που ελάμβαναν αγωγή με
αλφουζοσίνη ήταν χαμηλότερης συχνότητας απ’ ότι στους ασθενείς που δεν ελάμβαναν αγωγή.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η αλφουζοσίνη δεν ενδείκνυται για χρήση στον παιδιατρικό πληθυσμό (βλ. παράγραφο 4.2).
Η αποτελεσματικότητα της υδροχλωρικής αλφουζοσίνης δεν καταδείχθηκε σε δύο μελέτες που
πραγματοποιήθηκαν σε 197 ασθενείς ηλικίας 2 έως 16 ετών με αυξημένη πίεση διαφυγής του
εξωστήρα μυός (LPP≥40 cm H2O) νευρολογικής αιτιολογίας. Οι ασθενείς ακολούθησαν αγωγή με
υδροχλωρική αλφουζοσίνη 0,1 mg/kg/ημέρα ή 0,2 mg/kg/ημέρα χρησιμοποιώντας προσαρμοσμένες
παιδιατρικές φαρμακοτεχνικές μορφές.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Μορφή της αλφουζοσίνης άμεσης απελευθέρωσης
Η αλφουζοσίνη απορροφάται καλώς, με μέση βιοδιαθεσιμότητα 64%. Οι μέγιστες δυνατές
συγκεντρώσεις στο πλάσμα επιτυγχάνονται γενικά μέσα σε 1,5 ώρα (οι τιμές κυμαίνονται από 0,5 έως
6 ώρες). Η κινητική εντός του εύρους της θεραπευτικής δόσης είναι γραμμική. Τα γενικά
χαρακτηριστικά της κινητικής χαρακτηρίζονται από μεγάλες διακυμάνσεις των συγκεντρώσεων στο
πλάσμα από άτομο σε άτομο. Η απομάκρυνση της αλφουζοσίνης χαρακτηρίζεται, σε υγιείς εθελοντές,
από τελικό χρόνο ημιζωής 4,8 ώρες περίπου.
Η δέσμευση με τις ολικές πρωτεΐνες του πλάσματος είναι 90% περίπου.
Η αλφουζοσίνη μεταβολίζεται σημαντικά από το ήπαρ, με μόνο το 11% της αρχικής ένωσης να
απεκκρίνεται ως αμετάβλητο προϊόν στα ούρα. Η πλειοψηφία των μεταβολιτών (οι οποίοι είναι
αδρανείς) απεκκρίνονται με τα κόπρανα (75 - 91%). Τα γενικά χαρακτηριστικά αυτής της
φαρμακοκινητικής δεν επηρεάζονται από τη λήψη τροφής.
Σε ασθενείς ηλικίας άνω των 75 χρόνων, η απορρόφηση είναι πιο γρήγορη και τα μέγιστα επίπεδα
είναι υψηλότερα. Η βιοδιαθεσιμότητα μπορεί να είναι αυξημένη και σε ορισμένους ασθενείς ο όγκος
κατανομής είναι μειωμένος. Ο χρόνος ημιζωής απομάκρυνσης παραμένει αμετάβλητος.
Ο όγκος κατανομής και η κάθαρση της αλφουζοσίνης είναι αυξημένα στη νεφρική ανεπάρκεια, με ή
χωρίς διάλυση, λόγω αύξησης στο ελεύθερο κλάσμα. Η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, ακόμα και όταν
είναι σοβαρή (κάθαρση κρεατινίνης ανάμεσα στα 15 και 40 ml/λεπτό), δεν επηρεάζεται δυσμενώς από
την αλφουζοσίνη.
Σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια, ο χρόνος ημιζωής απομάκρυνσης είναι παρατεταμένος.
Παρατηρείται μία διπλάσια αύξηση στις τιμές της Cmax και μία τριπλάσια αύξηση στην AUC. Η
βιοδιαθεσιμότητα αυξάνεται σε σύγκριση με αυτήν που παρατηρείται σε υγιείς εθελοντές.
Τα γενικά χαρακτηριστικά φαρμακοκινητικής της αλφουζοσίνης δεν επηρεάζονται από τη χρόνια
καρδιακή ανεπάρκεια.
Μορφή βραδείας αποδέσμευσης
Όταν χορηγείται με τη μορφή της βραδείας αποδέσμευσης, το μέγιστο επίπεδο στο πλάσμα
επιτυγχάνεται κατά προσέγγιση 3 ώρες μετά τη χορήγηση, με χρόνο ημιζωής απομάκρυνσης 8 ώρες.
Η βιοδιαθεσιμότητα μειώνεται προσεγγιστικά κατά 15% συγκρινόμενη με αυτήν της αλφουζοσίνης
των 2,5 mg. Τα γενικά χαρακτηριστικά αυτής της φαρμακοκινητικής δεν επηρεάζονται από τη λήψη
τροφής.
Μεταβολικές αλληλεπιδράσεις: Το CYP3A4 είναι η κύρια ισομορφή του ηπατικού ενζύμου που
εμπλέκεται στο μεταβολισμό της αλφουζοσίνης. Η κετοκοναζόλη είναι ένας, ισχυρής δραστικότητας,
αναστολέας του CYP3A4. Επαναλαμβανόμενες ημερήσιες δόσεις των 200 mg κετοκοναζόλης, για
διάστημα 7 ημερών οδήγησε σε αύξηση της Cmax (της τάξης του 2,11) και της AUClast (της τάξης του
2,46) της αλφουζοσίνης 10 mg OD σε μεταγευματική κατάσταση. Άλλες παράμετροι όπως η tmax και η
t1/2Z δεν μεταβλήθηκαν. Η επαναλαμβανόμενη για 8 ημέρες χορήγηση 400 mg κετοκοναζόλης
ημερησίως προκάλεσε αύξηση της Cmax της αλφουζοσίνης της τάξης του 2,3 και της AUClast και της
AUC της τάξης του 3,2 και του 3,0 αντίστοιχα (βλέπε παράγραφο 4.5).
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Δεν υπάρχουν επιπλέον στοιχεία κλινικής σημασίας.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1. Κατάλογος εκδόχων
XATRAL 2,5 mg
Πυρήνας δισκίου: Lactose monohydrate, Cellulose microcrystalline, Polyvidone, Sodium carboxymethylstarch,
Magnesium stearate.
Επικάλυψη: Hypromellose, Macrogol 400, Titanium dioxide E171 CI 77891.
XATRAL 5 mg
Πυρήνας δισκίου : Cellulose microcrystalline, Calcium hydrogen phosphate dihydrate, Castor oil
hydrogenated, Polyvidone, Magnesium stearate.
Επικάλυψη: Hypromellose, Titanium dioxide E171 CI 77891, Propylene glycol, Iron oxides E 172
[consisting of: Iron oxide (red) E172 CI 77491, Iron oxide (yellow) E172 CI 77492].
6.2. Ασυμβατότητες
Kαμία γνωστή.
6.3. Διάρκεια ζωής
Xatral 2,5 mg: 36 μήνες
Xatral 5 mg: 36 μήνες
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Xatral 2,5 mg : Το φαρμακευτικό αυτό προϊόν δεν απαιτεί ιδιαίτερες συνθήκες για την φύλαξή του.
Xatral 5 mg : Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25 °C.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Xatral 2,5 mg : Blisters από PVC/Aluminium foil (1 blist x 30 ή 2 blist x 15 ή 3 blist x 15) και το
φύλλο οδηγιών χρήσης. Επίσης, διατίθεται και στις συσκευασίες μόνο για Νοσοκομειακή χρήση των
60 και 100 δισκίων.
Xatral 5 mg : Blisters από PVC/Aluminium foil (2 blist x 15 ή 3 blist x 10) και το φύλλο οδηγιών
χρήσης. Επίσης, διατίθεται και στις συσκευασίες μόνο για Νοσοκομειακή χρήση των 60 και
180 δισκίων.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν στην αγορά όλες οι συσκευασίες.
6.6. Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Xatral 2,5 mg : Δεν απαιτούνται.
Xatral 5 mg : Το δισκίο πρέπει να καταπίνεται ολόκληρο.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
sanofi-aventis AEBE
Λεωφ. Συγγρού 348 – Κτίριο Α
176 74 Καλλιθέα – Αθήνα
Τηλ.: +30 210 90 01 600
8. AΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
- Λεπτομέρειες
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
PEPTAN
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία 20mg που περιέχουν 20mg famotidine ως δραστικό συστατικό.
Επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία 40mg που περιέχουν 40mg famotidine ως δραστικό συστατικό.
Επιγλώσσια δισκία 20mg που περιέχουν 20mg famotidine ως δραστικό συστατικό.
Επιγλώσσια δισκία 40mg που περιέχουν 40mg famotidine ως δραστικό συστατικό.
- Λεπτομέρειες
Piramil Plus (5+25) mg δισκία [ραμιπρίλη και υδροχλωροθειαζίδη]
Διαβάστε προσεκτικά ολόκληρο το φύλλο οδηγιών χρήσης πριν αρχίσετε να παίρνετε αυτό το
φάρμακο διότι περιλαμβάνει σημαντικές πληροφορίες για σας.
- Φυλάξτε αυτό το φύλλο οδηγιών χρήσης. Ίσως χρειαστεί να το διαβάσετε ξανά.
- Εάν έχετε περαιτέρω απορίες, ρωτήστε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας.
- Η συνταγή για αυτό το φάρμακο χορηγήθηκε αποκλειστικά για σας. Δεν πρέπει να δώσετε το
φάρμακο σε άλλους. Μπορεί να τους προκαλέσει βλάβη, ακόμα και όταν τα συμπτώματα της
ασθένειάς τους είναι ίδια με τα δικά σας.
- Λεπτομέρειες
- Λεπτομέρειες
Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον ασθενή
ANGORON 150 mg/3 ml AMP ενέσιμο διάλυμα
amiodarone hydrochloride
Διαβάστε προσεκτικά ολόκληρο το φύλλο οδηγιών χρήσης πριν αρχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτό το φάρμακο, διότι περιλαμβάνει σημαντικές πληροφορίες για σας.
- Φυλάξτε αυτό το φύλλο οδηγιών χρήσης. Ίσως χρειαστεί να το διαβάσετε ξανά.
- Εάν έχετε περαιτέρω απορίες, ρωτήστε τον γιατρό, ή τον φαρμακοποιό ή τον νοσοκόμο σας.
- Η συνταγή γι’ αυτό το φάρμακο χορηγήθηκε αποκλειστικά για σας. Δεν πρέπει να δώσετε το φάρμακο σε άλλους. Μπορεί να τους προκαλέσει βλάβη, ακόμα και όταν τα συμπτώματα της ασθένειας τους είναι ίδια με τα δικά σας.
- Εάν παρατηρήσετε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια, ενημερώστε το γιατρό, ή τον φαρμακοποιό ή τον νοσοκόμο σας. Αυτό ισχύει και για κάθε πιθανή ανεπιθύμητη ενέργεια που δεν αναφέρεται στο παρόν φύλλο οδηγιών χρήσης. Βλέπε παράγραφο 4.
- Λεπτομέρειες
Flagyl®500mg (Μετρονιδαζόλη, Μetronidazole) (Aventis)
Σύνθεση: α) Kάψουλες των 500mg. Δραστική ουσία: Μetronidazole. Έκδοχα: Lactose, magnesium stearate, sodium lauryl sulfate, amberlite irp-88, silicon dioxide collοidal. Σύνθεση κενής κάψουλας: Gelalin, χρωστικές Ε 132, Ε 171, E172.
β) Κολπικά υπόθετα των 500 mg. Δραστική ουσία: Μetronidazole. Έκδοχα:Glycerides semi-synthetic
Φαρμακοτεχνική μορφή:Κάψουλες, κολπικά υπόθετα.
Περιεκτικότητα σε δραστική ουσία:
Κάθε κάψουλα και κολπικό υπόθετο Flagyl περιέχει 500 mg μιτρονιδαζόλη.
Περιγραφή-Συσκευασία: Κουτί που περιέχει 30 κάψουλες ή 10 υπόθετα.
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Το Flagyl ανήκει στα αντιμικροβιακά φάρμακα.
Υπεύθυνος κυκλοφορίας: Αventis Pharma AEBE (Aυτοκράτορος Νικολάου 2, 17671 Αθήνα, Tηλ. 210 916001
Παρασκευστής-Συσκευαστής: Lavipharm A.E. (Aγ. Μαρίνας, ΤΘ 59, 19002 Παιανία,
τηλ 2106691000)
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΟ
- Λεπτομέρειες
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Digoxin-Sandoz 0,25 mg Δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο περιέχει 0,25 mg διγοξίνης.Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗΔισκία για από του στόματος χορήγηση
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξειςΤο Digoxin-Sandoz ενδείκνυται για τη θεραπεία των: Καρδιακή ανεπάρκεια. Κολπικός πτερυγισμός, κολπική μαρμαρυγή. Παροξυσμική κολπική ταχυκαρδία.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Γενικός πληθυσμός
Όπως με όλες τις καρδιακές γλυκοσίδες, η δοσολογία θα πρέπει ναπροσαρμόζεται με προσοχή στις απαιτήσεις του κάθε ασθενή.Οι συνιστώμενες δόσεις προτείνονται ως κατευθυντηρίες:(Η διαφορά στην βιοδιαθεσιμότητα μεταξύ της ενέσιμης διγοξίνης καιτων από του στόματος μορφών, πρέπει να ληφθεί υπόψη όταν γίνονταιαλλαγές από τη μία οδό χορήγησης στην άλλη. Για παράδειγμα, ανστους ασθενείς γίνει αλλαγή από την από του στόματος σε ενδοφλέβιαοδό χορήγησης, η δόση πρέπει να ελαττωθεί περίπου κατά 33%Ενήλικες ασθενείς και παιδιά άνω των 10 ετώνΤαχεία από του στόματος φόρτιση (ταχύς δακτυλιδισμός) (24 έως 36ώρες) σε επείγοντα περιστατικά0,75 έως 1,5 mg = 3 έως 6 δισκία, ακολουθούμενα σε μεσοδιαστήματατων 4 έως 6 ωρών από 0,25 mg = 1 δισκίο έως ότου επιτευχθεί κλινικήανταπόκριση.Όπου λιγότερο επείγουσα ανάγκη δακτυλιδισμού ή μεγαλύτεροςκίνδυνος τοξικότητας πχ.στους ηλικιωμένους, η δόση από του στόματος πρέπει να δίδεταιδιηρημένη ανά 6 ώρες, με περίπου το ήμισυ της συνολικής δόσης, να δίδεται ως πρώτη δόση.Η κλινική ανταπόκριση πρέπει να αξιολογείται πριν δοθεί κάθεεπιπρόσθετη δόσηΒραδεία από του στόματος φόρτιση (βραδύς δακτυλιδισμός) (3 έως 5ημέρες)0,25 έως 0,75 mg = 1 έως 3 δισκία ημερησίως σε διαιρεμένες δόσεις έωςότου επιτευχθεί κλινική ανταπόκριση.Κλινική ανταπόκριση θα πρέπει να φανεί μέσα σε μία εβδομάδα.Η επιλογή μεταξύ ταχέος και βραδέος δακτυλισμού εξαρτάται από τηνκλινική κατάσταση του ασθενούς και το επείγον της κατάστασης.Θεραπεία συντήρησηςΗ δόση συντήρησης θα πρέπει να βασίζεται στο ποσοστό των μέγιστωναποθεμάτωνδιγοξίνης σώματος που αποβάλλονται καθημερινά. Ο τύπος πουπαρατίθεται έχει ευρείακλινική χρήση:Δόση συντήρησης = Μέγιστα αποθέματα σώματος x καθημερινή απώλεια(%) 100όπου :Μέγιστα αποθέματα διγοξίνης σώματος = δόση φόρτισης(δακτυλιδισμού):Καθημερινή απώλεια (%) = 14 + κάθαρση κρεατινίνης (Clcr)/5.Clcr είναι η κάθαρση κρεατινίνης προσαρμοσμένη σε 70 χιλιόγραμμαβάρους σώματος ή1,73 m3 επιφανείας σώματος. Αν διαθέτουμε μόνο τις συγκεντρώσειςτης κρεατινίνης τουορού (Scr), ή Clcr (προσαρμοσμένη σε 70 χιλιόγραμμα βάρους σώματος)μπορεί ναυπολογισθεί στους άνδρες ως εξής :Clcr = (140 - ηλικία σε έτη) Scr (σε mg/100ml) Για τις γυναίκες αυτό το αποτέλεσμα πρέπει να πολλαπλασιάζεται με0,85. Αυτοί οι υπολογισμοί δεν ισχύουν για την κάθαρση κρεατινίνης σεπαιδιά.ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Για να μετατραπούν οι τιμές της συγκεντρώσεως τηςκρεατινίνης του ορού(Scr) από μmol/L(SΙ) σε mg/100ml διαιρούνται τα μmol/L δια τουαριθμού 88,4.Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι περισσότεροι ασθενείς θασυντηρούνται με 0,125-0,75mgδιγοξίνης καθημερινά.
Όμως σε εκείνους που δείχνουν αυξημένη ευαισθησία στις ανεπιθύμητες ενέργειες της διγοξίνης, μία δόση 0,0625mg ημερησίως ή λιγότερο μπορεί να είναι αρκετή.Νεογνά, βρέφη και παιδιά ηλικίας μέχρι 10 ετών (αν δεν έχουν χορηγηθεί σε αυτά καρδιακοί γλυκοσίδες τις προηγούμενες εβδομάδες).Στα νεογνά και ιδιαίτερα στα πρόωρα, η νεφρική κάθαρση της διγοξίνης είναι ελαττώμενη και πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες μειώσεις στη δοσολογία, πέρα από τις γενικές δοσολογικές οδηγίες. Αμέσως μετά τη νεογνική περίοδο, τα παιδιά εν γένει χρειάζονται σε αναλογία μεγαλύτερες δόσεις από τους ενήλικες με βάση το βάρος σώματος ή την επιφάνεια σώματος σύμφωνα με τον πιο κάτω πίνακα. Ειδικοί πληθυσμοί Νεφρική δυσλειτουργία Οι δόσεις θα πρέπει να εξατομικεύονται με βάση τη νεφρική λειτουργία στην αρχή της θεραπείας και στη συνέχεια να τροποποιούνται με βάση την ανταπόκριση και τις συγκεντρώσεις στο πλάσμα (βλ. παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Ηπατική δυσλειτουργία
Δεν απαιτείται προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία.Παιδιατρικοί ασθενείς (ηλικίας άνω των 10 ετών) Όμοια με τους ενηλίκους ασθενείς σε αναλογία με το βάρος του σώματός τους.Παιδιατρικοί ασθενείς (ηλικίας κάτω των 10 ετών)Ταχεία από του στόματος φόρτιση (ταχύς δακτυλιδισμός) (24 έως 36ώρες) σε επείγοντα περιστατικά Η δόση φόρτισης (δακτυλισμός) από του στόματος για παιδιά ηλικίας κάτω των 10 ετών χορηγείται σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα Πρόωρα νεογνά <1,5 kg -25 μg/kg ανά 24 ώρες Πρόωρα νεογνά 1,5 – 2,5 kg -30 μg/kg ανά 24 ώρες Νεογνά έως 2 ετών -45 μg/kg ανά 24 ώρες 2 έως 5 ετών -35 μg/kg ανά 24 ώρες 5 έως 10 ετών -25 μg/kg ανά 24 ώρες Η δόση φόρτισης πρέπει να χορηγείται σε διηρημένες δόσεις με περίπου το ήμισυ της συνολικής δόσης να δίνεται ως πρώτη δόση και τα υπόλοιπα κλάσματα της συνολικής δόσης να δίνονται σε μεσοδιαστήματα 4 έως 8 ωρών, αξιολογώντας την κλινική ανταπόκριση πριν δοθεί κάθε περαιτέρω δόση.
Θεραπεία συντήρησης
Η δόση συντήρησης πρέπει να χορηγείται σύμφωνα με τα παρακάτω σχήματα: Πρόωρα νεογνά: Ημερήσια δόση = 20% της 24ώρου δόσης φόρτισης Νεογνά και παιδιά έως 10 ετών: Ημερήσια δόση = 25% της 24ώρου δόσης φόρτισης Μετά από μερικές μέρες θεραπείας θα πρέπει να γίνεται έλεγχος και όπου είναι απαραίτητο να προσαρμόζεται η δόση.Αυτά τα δοσολογικά σχήματα έχουν την έννοια των κατευθηντήριων γραμμών και πρέπει η προσεκτική κλινική παρατήρηση και ο έλεγχος των επιπέδων της διγοξίνης του ορούνα χρησιμοποιούνται ως βάση για τη ρύθμιση της δοσολογίας σάυτή την ομάδα των παιδιατρικών ασθενών.Αν στις προηγούμενες δύο εβδομάδες από την έναρξη της θεραπείας με διγοξίνη, έχουν χορηγηθεί καρδιακοί γλυκοσίδες,τότε πρέπει να αναμένεται ότι οι ιδανικές δόσεις φόρτισης (δακτυλιδισμού) της διγοξίνης θα είναι μικρότερες από τις παραπάνω συνιστώμενες. Ηλικιωμένοι ασθενείς (ηλικίας άνω των 65 ετών)Οι δόσεις θα πρέπει να εξατομικεύονται με βάση τη νεφρική λειτουργία στην αρχή της θεραπείας και στη συνέχεια να τροποποιούνται με βάση την ανταπόκριση και τις συγκεντρώσεις στο πλάσμα (βλ. παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).Οι ηλικιωμένοι έχουν συχνά μειωμένη νεφρική λειτουργία και χαμηλή μάζα σώματος (αποστεατωμένοι) και αυτό επηρεάζει την φαρμακοκινητική της διγοξίνης, έτσι ώστε υψηλά επίπεδα της διγοξίνης του ορού και η συνεπαγόμενη τοξικότητα μπορεί εύκολα ναπαρατηρηθούν άμεσα, εκτός αν χορηγηθούν δόσεις διγοξίνης μικρότερες από εκείνες που χρησιμοποιούνται σε ενήλικες ασθενείς Τα επίπεδα της διγοξίνης του ορού θα πρέπει να ελέγχονται τακτικά,ενώ πρέπει να αποφεύγεται η υποκαλιαιμία.Έλεγχος:Οι συγκεντρώσεις της διγοξίνης στον ορό μπορεί να εκφρασθούν σε Συμβατικές Μονάδεςng/ml ή SI Μονάδες nmol/L. Για να μετατρέψετε τα nmol/L,πολλαπλασιάστε τα ng/ml με1,28.Οι συγκεντρώσεις της διγοξίνης στον ορό μπορούν να προσδιορισθούν με ραδιοανοσολογική μέθοδο. Πρέπει να λαμβάνεται αίμα 6 ώρες ή περισσότερο μετά την τελευταία δόση διγοξίνης.Δεν υπάρχουν αυστηρές κατευθυντήριες γραμμές ως προς το εύρος των συγκεντρώσεων του ορού, οι οποίες είναι οι πιο αποτελεσματικές, αλλά οι περισσότεροι ασθενείς θα ωφεληθούν, με μικρό κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών, με συγκεντρώσεις διγοξίνης από 0,8ng/ml (1,025 nmol/L) έως 2,0ng/ml (2,56 nmol/L). Πάνω από αυτό το εύρος, τα τοξικά συμπτώματα και σημεία γίνονται πιο συχνά και επίπεδα υψηλότερα από 3,0ng/ml(3,84nmol/L) είναι πολύ πιθανό να είναι τοξικά.Πάντως για να αποφασισθεί αν τα συμπτώματα ενός ασθενούς έχουν ως αίτιο τη διγοξίνη, πρέπει να συνεκτιμηθούν, η κλινική κατάσταση, τα επίπεδα καλίου στονορό και η λειτουργία του θυρεοειδούς.Άλλοι γλυκοσίδες, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολιτών της διγοξίνης, μπορεί να επηρεάσουν τις μεθόδους προσδιορισμού που διαθέτουμε και μπορεί να δώσουν τιμές οι οποίες δεν συσχετίζονται με την κλινική κατάσταση του ασθενούς.
Τρόπος χορήγησης
Το Digoxin-Sandoz μπορεί να χορηγείται με ή χωρίς τροφή.
4.3 Αντενδείξεις
Γνωστή υπερευαισθησία στη διγοξίνη, σε άλλες καρδιακέςγλυκοσίδες ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα. Υποψία τοξικού δακτυλιδισμού. Κολποκοιλιακός αποκλεισμός δευτέρου ή τρίτου βαθμού,δυσλειτουργία φλεβόκομβου (με εξαίρεση ασθενείς με βηματοδότη). Κοιλιακή ταχυκαρδία ή κοιλιακή μαρμαρυγή. Υποψία ή επιβεβαιωμένες παραπληρωματικές κολποκοιλιακές οδοί(π.χ. σύνδρομο Wolff-Parkinson-White). Υποκαλιαιμία, υπερασβεστιαιμία, υπομαγνησιαιμία. Υποξία. Υπερτροφική αποφρακτική μυοκαρδιοπάθεια. Ταυτόχρονη ενδοφλέβια χορήγηση αλάτων ασβεστίου (βλ. παράγραφο4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλεςμορφές αλληλεπίδρασης).4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήσηΚατά τη διάρκεια της θεραπείας με Digoxin-Sandoz, ο ασθενής θα πρέπει ναπαρακολουθείται για την αποφυγή ανεπιθύμητων ενεργειών λόγωυπερδοσολογίας.Η τοξικότητα με διγοξίνη είναι συχνή και μπορεί να οφείλεται σεαυξημένες συγκεντρώσεις στο πλάσμα ή σε αύξηση της ευαισθησίας στηδιγοξίνη.ΔυσαπορρόφησηΥψηλότερες δόσεις διγοξίνης μπορεί να είναι απαραίτητες εάν ηδιγοξίνη χορηγείται από το στόμα σε ασθενείς με δυσαπορρόφηση (π.χ.χρόνια διάρροια) ή μετά από χειρουργική επέμβαση στο γαστρεντερικόσύστημα. Η προσαρμογή της δόσης θα πρέπει να βασίζεται στην κλινικήκατάσταση. Πνευμονική και Νεφρική δυσλειτουργία.
Σε περιπτώσεις όπου συνυπάρχει χρόνια πνευμονική καρδία στεφανιαίαανεπάρκεια, ηλεκτρολυτικές διαταραχές, και νεφρική ή ηπατικήδυσλειτουργία, η δόση θα πρέπει να ελαττώνεται. Αυτό συνεπάγεταιπροσεκτική ρύθμιση της δοσολογίας, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένουςασθενείς, στους οποίους μπορεί να υπάρχει μία ή περισσότερες απόαυτές τις καταστάσεις. Καθώς στη νεφρική ανεπάρκεια μπορεί ναμεταβάλλεται η φαρμακοκινητική, η ρύθμιση της δοσολογίας θα πρέπεινα εκτιμάται με βάση τα επίπεδα της διγοξίνης στον ορό (βλ. παράγραφο4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης και παράγραφο 5. Φαρμακολογικέςιδιότητες). Όταν αυτό δεν είναι εφικτό, οι ακόλουθες συμβουλές μπορείνα είναι χρήσιμες:Γενικά, η δόση θα πρέπει να ελαττώνεται κατά το ίδιο περίπου ποσοστόμε το ποσοστό μείωσης της κάθαρσης της κρεατινίνης. Εάν δεν έχειπροσδιοριστεί η κάθαρση της κρεατινίνης, μπορεί να υπολογιστεί στουςάνδρες από τη συγκέντρωση της κρεατινίνης στον ορό (scr) με τηνεφαρμογή του τύπου (140 μείον την ηλικία)/scr. Στις γυναίκες τοαποτέλεσμα θα πρέπει να πολλαπλασιάζεται με το 0,85.Σε σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία, τα επίπεδα της διγοξίνης στον ορό θαπρέπει να προσδιορίζονται ανά 2 εβδομάδες περίπου, τουλάχιστον στηναρχική περίοδο της θεραπείας. Παρά τη νεφρική δυσλειτουργία, σεαυτούς τους ασθενείς, τα επίπεδα κρεατινίνης στον ορό μπορεί να είναιφυσιολογικά λόγω μειωμένης μυϊκής μάζας και χαμηλής παραγωγήςκρεατινίνης.Καρδιαγγειακό σύστημαΗ διγοξίνη θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε μερικό καρδιακόαποκλεισμό, καθώς ο μηχανισμός δράσης της μπορεί να επάγει πλήρηκαρδιακό αποκλεισμό. Ειδικά σε ασθενείς με διαταραχές στο σύστημα παραγωγής και αγωγήςτων διεγέρσεων μπορεί να παρουσιάσουν πλήρη αποκλεισμό και κρίσειςADAM-STOKES, ενώ ασθενείς με σύνδρομο Wolf-Parkinson-White μπορεί ναεμφανίσουν κοιλιακή μαρμαρυγή. Τοξική δράση συνήθως παρατηρείται,όταν τα επίπεδα διγοξίνης στον ορό είναι πάνω από 2ng/mlΕπίσης, απαιτείται προσοχή σε οξεία μυοκαρδίτιδα (όπως η ρευματικήκαρδίτιδα), σε οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, σε προχωρημένη καρδιακήανεπάρκεια και σε σοβαρή πνευμονική νόσο, λόγω της αυξημένηςευαισθησίας του μυοκαρδίου. Η δόση θα πρέπει να μειώνεται σεπερίπτωση ασθενούς με στεφανιαία ανεπάρκεια. Η διγοξίνη μπορείεπίσης να επάγει την εμφάνιση αρρυθμιών σε ασθενείς πουυποβάλλονται σε καρδιακή ανάταξη δια ηλεκτρικού ρεύματος και, εάνεφαρμόζει, η χορήγησή της θα πρέπει να διακόπτεται 1 έως 2 ημέρεςπριν από τέτοιες διαδικασίες. Εάν η καρδιακή ανάταξη δια ηλεκτρικούρεύματος είναι απαραίτητη και έχει ήδη χορηγηθεί διγοξίνη, θα πρέπεινα χρησιμοποιούνται shock χαμηλής ενέργειας.Οποιαδήποτε αρρυθμία ή μεταβολή στην καρδιακή αγωγιμότητα η οποίααναπτύσσεται σε ένα παιδί που λαμβάνει διγοξίνη, θα πρέπει αρχικά ναθεωρηθεί ότι είναι συνέπεια της τοξίκωσης από τη διγοξίνη. Δεδομένουότι οι ενήλικες ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια έχουν ορισμένασυμπτώματα τα οποία είναι κοινά με την τοξίκωση από τη διγοξίνη,μπορεί να είναι δύσκολο να διακριθεί η τοξίκωση λόγω διγοξίνης απότην καρδιακή ανεπάρκεια. Όταν η αιτιολογία αυτών των σημείων καi συμπτωμάτων δεν είναι σαφής, θα πρέπει να μετρηθούν τα επίπεδα τηςδιγοξίνης στον ορό.Η διγοξίνη θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή, και πιθανώς σεελαττωμένη δόση, σε ασθενείς που έχουν λάβει διγοξίνη ή άλλεςκαρδιακές γλυκοσίδες εντός τις προηγούμενες 2 έως 3 εβδομάδες.Διαταραχές των ηλεκτρολυτών και δυσλειτουργία τουθυρεοειδούς αδέναΟι διαταραχές των ηλεκτρολυτών μπορεί να επηρεάσουν την ευαισθησίαστη διγοξίνη, όπως και η δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα. Ηπροσαρμογή της δόσης θα πρέπει να γίνει με βάση την κλινικήκατάσταση. Η δράση της διγοξίνης ενισχύεται από την υποκαλιαιμία,την υπομαγνησιαιμία, την υπερασβεστιαιμία, την υποξία (βλ. παράγραφο4.3 Αντενδείξεις) και τον υποθυρεοειδισμό. Αντίσταση στις επιδράσειςτης διγοξίνης μπορεί να εμφανιστεί με τον υπερθυρεοειδισμό και τηνυποασβεστιαιμία. Η υπερκαλιαιμία μπορεί να μειώσει τη δράση τηςδιγοξίνης.Η διγοξίνη πρέπει να χορηγείται με προσοχή ,και πιθανώς σεελαττωμένη δόση, σε ασθενείς που έχουν ήδη λάβει διγοξίνη ή άλλεςκαρδιακές γλυκοσίδες τις προηγούμενες 2 με 3 εβδομάδες. Η διακοπήλήψης της διγοξίνης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την επιδείνωση τηςκατάστασης του ασθενούς. Η επανέναρξη της αγωγής με διγοξίνη πρέπεινα γίνεται με χαμηλότερες δόσεις που θα ρυθμίζονται ανάλογα με τηνανταπόκριση του ασθενούς.Ασθενείς με σύνδρομο δυσαπορόφησης ή με αναστομωτικές επεμβάσειςστο έντερο πιθανόν να χρειάζονται μεγαλύτερες δόσεις διγοξίνης.Φυτικά παρασκευάσματα που περιέχουν υπερικό, St. John;s wort (HypericumPerforatum) δεν πρέπει να λαμβάνονται κατά τη λήψη διγοξίνης, λόγω τουκινδύνου μείωσης των συγκεντρώσεων στο αίμα και ελάττωσης τηςκλινικής δράσης της διγοξίνης. 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα καιάλλες μορφές αλληλεπίδρασηςΟι αλληλεπιδράσεις μπορεί να οφείλονται από επιδράσεις στη νεφρικήαπέκκριση, στην καθήλωση στους ιστούς, στην κατανομή, στην εντερικήαπορρόφηση και στην ευαισθησία στη διγοξίνη. Προληπτικά, θα πρέπεινα λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα μιας αλληλεπίδρασης, όποτε και θαχορηγείται άλλη επιπρόσθετη θεραπευτική αγωγή. Σε περίπτωσηαμφιβολίας, θα πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδα της διγοξίνης στον ορό.Παρατηρούμενες αλληλεπιδράσεις που θα πρέπει ναεξετάζονταιΕνίσχυση της φαρμακολογικής δράσης της διγοξίνης και/ή τηςτοξικότητας Ασβέστιο (δεν πρέπει να χορηγείται ενδοφλέβια): ενισχύει την τοξικότητα των γλυκοσιδών Φάρμακα που έχουν επίδραση στην ομοιόσταση των ηλεκτρολυτών,π.χ. διουρητικά, υπακτικά (κατάχρηση), βενζυλοπενικιλίνη,αμφοτερικίνη B, καρμπενοξολόνη, κορτικοστεροειδή,φλοιοεπινεφριδιοτρόπος ορμόνη (ACTH), σαλικυλικά, άλατα λιθίου:8
ενισχύουν την τοξικότητα των γλυκοσιδών μέσω επαγόμενης από τοφάρμακο υποκαλιαιμίας και υπομαγνησιαιμίας Αποκλειστές διαύλων ασβεστίου (π.χ. βεραπαμίλη, φελοδιπίνη,τιαπαμίλη), καπτοπρίλη, σπιρονολακτόνη, ιτρακοναζόλη, κινίνη,ατροπίνη, αντιαρρυθμικοί παράγοντες (κινιδίνη, αμιοδαρόνη,φλεκαϊνίδη, προπαφενόνη), ινδομεθακίνη, αλπραζολάμη, πραζοσίνη,προπανθελίνη, αντιβιοτικά (π.χ. μακρολιδικά αντιοβιοτικά[κλαριθυρομυκίνη, ερυθρομυκίνη και αζιθρομυκίνη], τετρακυκλίνες,γενταμικίνη, τριμεθοπρίμη), ατορβαστατίνη, κυκλοσπορίνη,κονιβαπτάνη, ριτοναβίρη και σακιναβίρη: αυξάνουν τα επίπεδα τηςδιγοξίνης στον ορό Οι Βήτα αποκλειστές μπορεί να επιμηκύνουν το χρόνο της κολποκοιλιακής αγωγιμότητας και να ενισχύσουν τις βραδυκαρδιακές επιπτώσεις Οι ασθενείς που λαμβάνουν διγοξίνη είναι πιο ευαίσθητοι σεεπιδεινωθείσα υπερκαλιαιμία από σουκκινυλοχολίνη.Σουκκινυλοχολίνη χλωριούχος, ρεσερπίνη, τρικυκλικάαντικαταθλιπτικά, συμπαθομιμητικά, αναστολείς τηςφωσφοδιεστεράσης (π.χ. θεοφυλλίνη): αυξάνουν τον κίνδυνοαρρυθμιών Διφαινοξυλικό: αυξάνει την απορρόφηση της διγοξίνης μέσω μείωσηςτης εντερικής κινητικότητας. Οι αναστολείς του ΜΕΑ μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα των γλυκοσιδών στον ορό λόγωπροκλήσεως νεφρικής ανεπάρκειας Ταυτόχρονη θεραπεία με θυρεοειδικές ορμόνες (βλέπε συμπαθητικομιμητικά), αυξάνει την ευαισθησία του ατόμου σε τοξικόδακτυλιδισμό.Εξασθένηση φαρμακολογικής επίδρασης διγοξίνης Φάρμακα που αυξάνουν τα επίπεδα καλίου (σπιρονολακτόνη,κανρενόνη καλιούχος, αμιλορίδη, τριαμτερένη, άλατα καλίου):μειώνουν τη θετική ινότροπο δραση της διγοξίνης και αυξάνουν τονκίνδυνο αρρυθμιών Ενεργός άνθρακας, χολεστυραμίνη, κολεστιπόλη, αντιόξινα,καολίνη/πηκτίνη, ορισμένα υπακτικά κορεσμού, σουκραλφάτη:μειώνουν την απορρόφηση των γλυκοσιδών μέσω πρόσδεσης καιδιακοπής της εντεροηπατικής επανακυκλοφορίας – επομένως, ηδιγοξίνη πρέπει να λαμβάνεται 2 ώρες πριν Νεομυκίνη, 4-αμινοσαλικυλικό οξύ (PAS), ριφαμπικίνη,κυτταροστατικά φάρμακα, σουλφασαλαζίνη, μετοκλοπραμίδη,αδρεναλίνη, σαλβουταμόλη, φαινυτοΐνη, πενικιλλαμίνη, υπερικό(Hypericum perforatum), ακαρβόζη: μειώνουν τα επίπεδα της διγοξίνηςστον ορόΠαρεμβολή ενδογενών και εξωγενών ουσιών παρόμοιων με τηδιγοξίνη στον υπολογισμό των συγκεντρώσεων διγοξίνης στονορό ή το πλάσμαΕνδογενείς και εξωγενείς ουσίες (για παράδειγμα Chan Su, Siberian Ginseng,Asian Ginseng, Ashwagandha, Danshen, σπειρονολακτόνη, κανρενόνη καικαλιούχος κανρενόνη) μπορούν να παρέμβουν στις τυποποιημένεςτεχνικές των ανοσολογικών δοκιμασιών που χρησιμοποιούνται για τη9
μέτρηση των συγκεντρώσεων της διγοξίνης σε πλάσμα / ορό. Ηπαρακολούθηση των συγκεντρώσεων της ελεύθερης διγοξίνης αντί γιατην ολική διγοξίνη μπορεί να μετριάσει την παρεμβολή των παρόμοιωνμε τη διγοξίνη ενδογενών ουσιών. Προτείνεται η χρήση μεθόδου LC-MS/MS (Liquid Chromatography tandem Mass Spectrometry – Yγρή Χρωματογραφίαμε διαδοχική Φασματομετρία Μάζας) ώστε να αποφευχθεί η παρεμβολήτόσο από τις ενδογενείς όσο και από τις εξωγενείς ουσίες.Προβλεπόμενες αλληλεπιδράσεις που θα πρέπει να εξετάζονται Η διγοξίνη είναι ένα υπόστρωμα της P-γλυκοπρωτεΐνης (Ρ-gp).Επομένως, οι αναστολείς της P-γλυκοπρωτεΐνης μπορεί να αυξήσουντα επίπεδα της διγοξίνης στον ορό ενισχύοντας την απορρόφησηκαι/ή μειώνοντας τη νεφρική κάθαρση Η λοπεραμίδη μπορεί να αυξήσει την απορρόφηση της διγοξίνης. Αυτόμπορεί να συμβεί λόγω της μειωμένης εντερικής κινητικότητας καιτης μεταβολής της δράσης της P-γλυκοπρωτεΐνης (Ρ-gp) από τηλοπεραμίδη.4.6 Γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία, κύηση, γαλουχία καιγονιμότηταΔεν υπάρχουν ειδικές συστάσεις για τις γυναίκες σε αναπαραγωγικήηλικία.ΚύησηΥπάρχουν περιορισμένα δεδομένα σχετικά με τη χρήση της διγοξίνης σεέγκυες γυναίκες. Δεν παρατηρήθηκε καμία αύξηση στη συχνότητα τωνδυσπλασιών σε απογόνους αρουραίων ή κουνελιών που έλαβανκαρδιακές γλυκοσίδες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σε δόσειςεκατό φορές μεγαλύτερες από αυτές που χρησιμοποιούνται στονάνθρωπο (βλ. παράγραφο 5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια). Οκίνδυνος για το έμβρυο/μητέρα είναι άγνωστος. Το Digoxin-Sandoz θαπρέπει να δίνεται σε έγκυες γυναίκες μόνο εάν τα αναμενόμενα οφέληυπερτερούν των πιθανών κινδύνων.ΓαλουχίαΗ διγοξίνη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Μέχρι σήμερα δεν έχουναναφερθεί βλαβερές επιδράσεις στο βρέφος, καθώς η προσλαμβανόμενηποσότητα είναι πολύ μικρή (περίπου 1/1000 της δόσης συντήρησης). Ηδιγοξίνη μπορεί να λαμβάνεται στη διάρκεια του θηλασμού, εάνενδείκνυται κλινικά.ΓονιμότηταΔεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για την επίδραση της διγοξίνης στηνανθρώπινη γονιμότητα.4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμούμηχανημάτωνΤο Digoxin-Sandoz μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα από το ΚΝΣ καιοφθαλμικές διαταραχές (βλ. παράγραφο 4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες), ταοποία μπορεί να επηρεάσουν την αντίδραση του ασθενή. Οι ασθενείςπρέπει επομένως να ενημερώνονται για τα πιθανά συμπτώματα από το10
ΚΝΣ και την οπτική διαταραχή. Εάν εμφανιστούν τέτοια συμπτώματα, οιασθενείς δεν θα πρέπει να οδηγούν ή να χειρίζονται μηχανές.4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειεςΗ μελέτη Ομάδα Διερεύνησης Δακτυλίτιδας (Digitalis Investigation Group –DIG) ήταν μία πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη, διπλή τυφλή ελεγχόμενημε εικονικό φάρμακο μελέτη με σκοπό τη διερεύνηση της επίδρασης τηςδιγοξίνης στη θνησιμότητα κάθε αιτιολογίας (πρωτεύον τελικό σημείο)και στη νοσηλεία για καρδιακή ανεπάρκεια (κύριο δευτερεύον τελικόσημείο) σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και κλάσμα εξώθησηςαριστερής κοιλίας < 0,45 με φυσιολογικό φλεβοκομβικό ρυθμό. Στηνκύρια μελέτη εισήχθησαν 6.800 ασθενείς και η μέση διάρκειαπαρακολούθησης ήταν 37 μήνες. Τα αποτελέσματα της κύριας μελέτηςκατέδειξαν ότι η διγοξίνη δεν μείωσε τη συνολική θνησιμότητα (34,8%στην ομάδα της διγοξίνης έναντι 35,1% στην ομάδα του εικονικούφαρμάκου). Παρατηρήθηκαν σημαντικές μειώσεις στον αριθμό τωννοσηλειών συνολικά (6% λιγότερες) και για την επιδείνωση τηςκαρδιακής ανεπάρκειας (περίπου 8% λιγότερες) στους ασθενείς πουέλαβαν διγοξίνη. Η επίπτωση της νοσηλείας για υποπτευόμενητοξικότητα από διγοξίνη ήταν 2% σε ασθενείς που λάμβαναν διγοξίνησυγκριτικά με 0,9% σε ασθενείς που λάμβαναν εικονικό φάρμακο.Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν προέλθει από πολλαπλέςπηγές, συμπεριλαμβανομένης και της εμπειρίας μετά την κυκλοφορίατου Digoxin-Sandoz. Επειδή αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες έχουναναφερθεί εθελοντικά από έναν πληθυσμό αβέβαιου μεγέθους, δεν είναιδυνατόν να εκτιμηθεί με αξιοπιστία η συχνότητα τους και για το λόγοαυτό κατηγοριοποιείται ως μη γνωστή. Οι ανεπιθύμητες ενέργειεςκατατάσσονται σύμφωνα με τις κατηγορίες οργανικού συστήματος στοMedDRA. Εντός κάθε κατηγορίας οργανικού συστήματος, οιανεπιθύμητες ενέργειες κατατάσσονται με σειρά φθίνουσαςσοβαρότητας.Πίνακας 1 Ανεπιθύμητες Ενέργειες (συχνότητα μη γνωστή)Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματοςΘρομβοπενία, ακοκκιοκυτταραιμίαΔιαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματοςΥπερευαισθησία, κνίδωσηΔιαταραχές του ενδοκρινικού συστήματοςΓυναικομαστίαΔιαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψηςΜειωμένη όρεξηΨυχιατρικές διαταραχέςΕφιάλτες, παραλήρημα, οξεία ψύχωση, αποπροσανατολισμός*,παραληρητικού τύπου αντίληψη, κατάθλιψη, ψευδαισθήσεις†Διαταραχές του νευρικού συστήματοςΣυγχυτική κατάσταση*, αφασία*, κεφαλαλγία, υπνηλία, σπασμοίΟφθαλμικές διαταραχέςΟπτική διαταραχή* χρωματοψία*Καρδιακές διαταραχές11
Αρρυθμία, κατάσπαση του διαστήματος ST στο ηλεκτροκαρδιογράφημα,αναστροφή του επάρματος T στο ηλεκτροκαρδιογράφημα, ζάληΓαστρεντερικές διαταραχέςΝαυτία, έμετος, διάρροια, κοιλιακό άλγος, εντερική ισχαιμία, γαστρεντερικήνέκρωσηΔιαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστούΕξάνθημα κηλιδώδες, κνησμός, εξάνθημα γενικευμένοΓενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησηςΆλγος προσώπου, κόπωση, εξασθένιση*ειδικά σε ηλικιωμένους ασθενείς με αρτηριοσκλήρυνση†συσχετίζεται με τοξικότητα από διγοξίνηΑναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειώνΗ αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς:Εθνικός Οργανισμός ΦαρμάκωνΜεσογείων 284GR-15562 Χολαργός, ΑθήναΤηλ: + 30 21 32040380/337Φαξ: + 30 21 06549585Ιστότοπος: http :// www . eof . gr4.9 ΥπερδοσολογίαΟι κύριες εκδηλώσεις δηλητηρίασης από διγοξίνη είναι καρδιακέςαρρυθμίες και συμπτώματα από το γαστρεντερικό και το ΚΝΣ. Ηυπερκαλιαιμία μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα δηλητηρίασης απόδιγοξίνη. Καρδιακή ανακοπή από ασυστολία ή κοιλιακή μαρμαρυγήμπορεί να είναι θανατηφόρα.Θεραπευτικά μέτραΗ σειρά των θεραπευτικών μέτρων βασίζεται στη σοβαρότητα τηςδηλητηρίασης. Σε περιπτώσεις ήπιας υπερδοσολογίας, η διακοπή τηςγλυκοσίδης και η στενή παρακολούθηση του ασθενούς μπορεί ναεπαρκεί.Σε περιπτώσεις σοβαρής, δυνητικά απειλητικής για τη ζωή,υπερδοσολογίας λόγω πρόσφατης λήψης, πρέπει να εξετάζεται ηχορήγηση ενεργού άνθρακα και χολεστυραμίνης για την πρόληψη τηςαπορρόφησης ή της εντερικής επανακυκλοφορίας. Πρόκληση εμετού ήπλύση στομάχου θα πρέπει γενικά να εξετάζονται μόνο την πρώτη ώραμετά την κατάποση μιας δυνητικά απειλητικής για τη ζωή δόσης. Ηπρόκληση εμετού ή η απόπειρα διέλευσης γαστρικού καθετήρα είναιπιθανό να προκαλέσει οξύ πνευμονογαστρικό επεισόδιο, το οποίο μπορείνα επιδεινώσει τις σχετιζόμενες με τη δακτυλίτιδα αρρυθμίες.12
Κλάσμα Fab αντισώματος ειδικό για τη διγοξίνη, ένα ειδικό αντίδοτο γιατη διγοξίνη συνιστάται για τη θεραπευτική αντιμετώπιση δυνητικάαπειλητικής για τη ζωή δηλητηρίασης από διγοξίνη. Οι εκδηλώσειςδυνητικά απειλητικής για τη ζωή τοξικότητας περιλαμβάνουν σοβαρέςκοιλιακές αρρυθμίες, όπως κοιλιακή ταχυκαρδία, κοιλιακή μαρμαρυγή ήπροϊούσες βραδυαρρυθμίες ή καρδιακό αποκλεισμό. Τα ειδικά για τηδιγοξίνη αντισώματα συνιστώνται επίσης για την υπερκαλιαιμία πουπροκαλείται από εκτεταμένο τοξικό δακτυλιδισμό λόγω μετακίνησηςκαλίου από το εσωτερικό στο εξωτερικό των κυττάρων. Αρχική αγωγή μεγλυκόζη και ινσουλίνη μπορεί να χρειάζεται αν η υπερκαλιαιμίακαθαυτή απειλεί άμεσα τη ζωή.Εάν είναι παρούσα υποκαλιαιμία, θα πρέπει να διορθώνεται μεσυμπληρώματα καλίου χορηγούμενα από του στόματος ή ενδοφλεβίως,ανάλογα με τη σοβαρότητα της περίπτωσης. Χαμηλότερα επίπεδα καλίουαυξάνουν τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών. Τα άλατα καλίουμπορεί να είναι επικίνδυνα σε ασθενείς με βραδυκαρδία ή καρδιακόαποκλεισμό οφειλόμενο στη διγοξίνη και στην περίπτωση εκτεταμένουδακτυλιδισμού από υπερδοσολογία με υπερκαλιαιμία. Πριν τη χορήγησηκαλίου σε υπερδοσολογία διγοξίνης το επίπεδο καλίου στον ορό θαπρέπει να είναι γνωστό.Οι βραδυαρρυθμίες μπορεί να ανταποκριθούν σε ατροπίνη, ωστόσο,πιθανώς να χρειάζεται προσωρινή καρδιακή βηματοδότηση. Οι κοιλιακέςαρρυθμίες μπορεί να ανταποκριθούν σε φαινυτοΐνη, λιδοκαΐνη ή βήτααποκλειστές.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: γλυκοσίδες δακτυλίτιδας, κωδικόςΑΤC: C01 ΑΑ05.Μηχανισμός δράσηςΗ διγοξίνη προέρχεται από τα φύλλα του Digitalis lanata. Η διγοξίνη αυξάνει τη συσταλτικότητα του μυοκαρδίου, μειώνει τον καρδιακό ρυθμό (μέσω παράτασης της περιόδου αγωγιμότητας του κολποκοιλιακού κόμβου) και ανακουφίζει τα κλινικά σημάδια και συμπτώματα της καρδιακής ανεπάρκειας (όσον αφορά τη συμφόρηση, τοπεριφερικό οίδημα, κ.α.). Η θεραπευτική δράση ξεκινά εντός 2 ωρώνμετά από χορήγηση από του στόματος. Η μέγιστη δράση επιτυγχάνεταιεντός 6 ωρών μετά από χορήγηση από του στόματος.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητεςΑπορρόφησηΗ γαστρεντερική απορρόφηση είναι ταχεία και υπολογίζεται στο 70 έως80%. Η μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα επιτυγχάνεται εντός 1 έως 2ωρών. Ωστόσο, η έκταση της απορρόφησης και τα επίπεδα της διγοξίνηςσε σταθερή κατάσταση παραμένουν αμετάβλητα όταν χορηγείται μετροφή.
Κατανομή
Ο σχετικός όγκος κατανομής είναι 5L/kg και η πρωτεϊνική πρόσδεσηείναι 25%.Μεταβολισμός και μεταφοράΗ διγοξίνη είναι ένα υπόστρωμα της P-γλυκοπρωτεΐνης καιμεταβολίζεται σε ελάχιστο βαθμό (10%), ώστε να μειωθούν προϊόνταόπως η διυδροδιγοξίνη, μόνο- και δις- διγιτοξοσίδες της διγοξυγενίνης.
Απέκκριση
Η διγοξίνη απεκκρίνεται κυρίως από τα νεφρά, το 60 έως 80% ωςαμετάβλητο φάρμακο. Ο χρόνος ημίσειας ζωής απέκκρισης είναι 40ώρες.Ειδικοί πληθυσμοίΓηριατρικοί ασθενείς (ηλικίας άνω των 65 ετών). Δεν υπάρχουν διαθέσιμα φαρμακοκινητικά δεδομένα της διγοξίνης σεηλικιωμένους ασθενείς. Ωστόσο, απαιτείται προσεκτική κλινικήαξιολόγηση και παρακολούθηση των συγκεντρώσεων στον ορό, ώστε ναδιασφαλιστεί ότι η διγοξίνη χρησιμοποιείται με το βέλτιστο τρόπο σεηλικιωμένους ασθενείς (βλ. παράγραφο 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης και παράγραφο
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξειςκατά τη χρήση).Παιδιατρικοί ασθενείςΟι συγκεντρώσεις στο πλάσμα είναι υψηλότερες και η νεφρική αποβολήτης διγοξίνης είναι ελαττωμένη στα νεογνά και τα βρέφη σε σχέση με ταπαιδιά (βλ. παράγραφο 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης).
Νεφρική δυσλειτουργία
Ο όγκος κατανομής και η κάθαρση της διγοξίνης μπορεί ναμεταβάλλονται σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια. Απαιτείταιπροσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία με βάσητα επίπεδα της συγκέντρωσης στον ορό (βλ. παράγραφο 4.2 Δοσολογίακαι τρόπος χορήγησης και παράγραφο
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις καιπροφυλάξεις κατά τη χρήση).
Ηπατική δυσλειτουργία
Οι συγκεντρώσεις της διγοξίνης στο πλάσμα σε ασθενείς με οξείαηπατίτιδα είναι συγκρίσιμες με τις συγκεντρώσεις σε υγιή άτομα (βλ.παράγραφο 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης).Υπερθυρεοειδισμός και υποθυρεοειδισμόςΟ όγκος κατανομής είναι αυξημένος σε ασθενείς με υπερθυρεοειδισμόκαι μπορεί να μειωθεί σε ασθενείς με υποθυρεοειδισμό.5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλειαΤοξικότητα αναπαραγωγήςΔεν παρατηρήθηκε καμία αύξηση στη συχνότητα των δυσπλασιών σεαπογόνους αρουραίων ή κουνελιών που έλαβαν καρδιακές γλυκοσίδεςκατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σε δόσεις εκατό φορές μεγαλύτερες από αυτές που χρησιμοποιούνται στον άνθρωπο. Δεν υπάρχουνδιαθέσιμες μελέτες γονιμότητας.ΜεταλλαξιογένεσηΗ διγοξίνη δεν ήταν γονοτοξική σε δύο in vitro δόκιμες, με ή χωρίςμεταβολική ενεργοποίηση.ΚαρκινογένεσηΔεν έχουν πραγματοποιηθεί μακροπρόθεσμες μελέτες σε πειραματόζωα,ώστε να εκτιμηθεί η ενδεχόμενη καρκινογόνος δράση της διγοξίνης.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχωνStearic acid, gelatin, talc purified, starch maize, lactose monohydrate.6.2 ΑσυμβατότητεςΚαμία γνωστή.6.3 Διάρκεια ζωής48 μήνες.6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντοςΤο φαρμακευτικό αυτό προϊόν δεν απαιτεί ιδιαίτερες συνθήκεςθερμοκρασίας για την φύλαξή του.To Digoxin Sandoz πρέπει να φυλάσσεται σε μέρη που δεν το φθάνουν καιδεν το βλέπουν τα παιδιά.6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτηBT x 25 (σε blister)6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψηςΚαμία ειδική υποχρέωση.Κάθε προϊόν που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ή υπόλειμμα πρέπει νααπορριφθεί σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣNovartis (Hellas) Α.Ε.Β.Ε.12ο χλμ. Εθνικής Οδού Aθηνών-Λαμίας 144 51 Μεταμόρφωση ΑττικήςΤηλ.: +30 210 28 11 7128.
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ15
40263/07/13-5-20089. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣΑΔΕΙΑΣΗμερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 13-5-200810. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟY
- Λεπτομέρειες
GLICRON 30 mg δισκία ελεγχόμενης αποδέσμευσης
GLICRON 60 mg δισκία ελεγχόμενης αποδέσμευσης
Gliclazide
Διαβάστε προσεκτικά ολόκληρο το φύλλο οδηγιών χρήσης προτού αρχίσετε να παίρνετε αυτό το φάρμακο, διότι περιλαμβάνει σημαντικές πληρoφορίες για σας. - Φυλάξτε αυτό το φύλλο οδηγιών χρήσης. Ίσως χρειαστεί να το διαβάσετε ξανά. - Εάν έχετε περαιτέρω απορίες, ρωτήστε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας. - Η συνταγή για το φάρμακο αυτό χορηγήθηκε αποκλειστικά για εσάς. Δεν πρέπει να δώσετε το φάρμακο σε άλλους. Μπορεί να προκαλέσει βλάβη, ακόμα και όταν τα συμπτώματα της ασθένειας τους είναι ίδια με τα δικά σας. - Εάν παρατηρήσετε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια, ενημερώστε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας. Αυτό ισχύει για κάθε πιθανή ανεπιθύμητη ενέργεια που δεν αναφέρεται στο παρόν φύλλο οδηγιών χρήσης. Βλέπε Παράγραφο 4.
- Λεπτομέρειες
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ - ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ CIPROFLOXACIN BAYER ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΟΝΟΜΑΣΙΩΝ (ΒΛ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι)
Η σιπροφλοξασίνη είναι αντιβακτηριακός παράγοντας ευρέως φάσματος που ανήκει στην οικογένεια των φθοριοκινολονών. Είναι γνωστή εδώ και χρόνια για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά της σε ενήλικες, παιδιά και εφήβους. Η σιπροφλοξασίνη έχει λάβει έγκριση για τη θεραπεία επιπλεγμένων και μη επιπλεγμένων λοιμώξεων που προκαλούνται από βακτήρια ευαίσθητα στη σιπροφλοξασίνη και, συνεπώς, για μία ευρεία ποικιλία λοιμώξεων σε ενήλικες. Στις ενδείξεις για παιδιά και εφήβους που έχουν λάβει έγκριση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, περιλαμβάνονται οι οξείες πνευμονικές βρογχίτιδες σε ασθενείς με κυστική ίνωση που προκαλούνται από το βακτήριο Pseudomonas aeruginosa, επιπλεγμένες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος, πυελονεφρίτιδα, καθώς και προφύλαξη μετά από την έκθεση σε πνευμονικό άνθρακα. Μέχρι σήμερα, η σιπροφλοξασίνη είναι η φθοριοκινολόνη που χρησιμοποιείται συχνότερα σε εφήβους.
- Λεπτομέρειες
Τι είναι το Ranexa;
Το Ranexa είναι φάρμακο που περιέχει τη δραστική ουσία ρανολαζίνη. Διατίθεται σε μορφή δισκίων ωοειδούς σχήματος, παρατεταμένης αποδέσμευσης (μπλε: 375 mg, πορτοκαλί: 500 mg, πράσινα: 750 mg). «Παρατεταμένη αποδέσμευση» σημαίνει ότι η ρανολαζίνη αποδεσμεύεται από τα δισκία με αργό ρυθμό κατά τη διάρκεια μερικών ωρών.
Σε ποιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται το Ranexa;
Το Ranexa χορηγείται για τη θεραπεία των συμπτωμάτων της σταθερής στηθάγχης (πόνος στο στήθος που προκαλείται από μειωμένη αιματική ροή προς την καρδιά). Χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική θεραπεία σε ήδη υπάρχουσα αγωγή σε ασθενείς των οποίων η νόσος δεν ελέγχεται επαρκώς με άλλα φάρμακα για τη θεραπεία της στηθάγχης όπως είναι, για παράδειγμα, οι βήτα αναστολείς ή οι ανταγωνιστές ασβεστίου, ή σε ασθενείς που δεν μπορούν να λάβουν τα φάρμακα αυτά.
Το φάρμακο χορηγείται μόνο με ιατρική συνταγή.
- RANEXA Φύλλο οδηγιών χρήσης: Πληροφορίες για τον ασθενή
- RANEXA (ρανολαζίνη). Περίληψη EPAR για το κοινό
- RANEXA (SPC), ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Κάντε Klik στον σύνδεσμο που σας ενδιαφέρει
- Λεπτομέρειες
ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ: ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΗ
Ciproxin 500 mg/5 mL κοκκία και διαλύτης για πόσιμο εναιώρημα
Σιπροφλοξασίνη
Διαβάστε προσεκτικά ολόκληρο το φύλλο οδηγιών χρήσης προτού αρχίσετε να παίρνετε αυτό το φάρμακο διότι περιλαμβάνει σημαντικές πληροφορίες για σας.
Φυλάξτε αυτό το φύλλο οδηγιών χρήσης. Ίσως χρειαστεί να το διαβάσετε ξανά.
Εάν έχετε περαιτέρω απορίες, ρωτήστε το γιατρό ή το φαρμακοποιό σας.
Η συνταγή για αυτό το φάρμακο χορηγήθηκε αποκλειστικά για σας. Δεν πρέπει να δώσετε το φάρμακο σε άλλους. Μπορεί να τους προκαλέσει βλάβη, ακόμα και όταν τα συμπτώματά τους είναι ίδια με τα δικά σας.
Εάν παρατηρήσετε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια, παρακαλείσθε να ενημερώσετε το γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας. Αυτό ισχύει και για κάθε πιθανή ανεπιθύμητη ενέργεια που δεν αναφέρεται στο παρόν φύλλο οδηγιών χρήσης.
Ciproxin 500 mg/5 mL κοκκία και διαλύτης για πόσιμο εναιώρημα (klik εδώ)
- Λεπτομέρειες
- CIPROXIN TABS 500mg pdf (Κλικ εδώ)
- REVIONORM ΤΑΒS 500mg pdf (Κλικ εδώ)
- TOPISTIN TABS 500MG pdf (Klik εδώ)