Είναι πολύ συχνό ηλικιωμένα άτομα να παρουσιάζουν δυσκολία στην βάδισή τους. Είναι λάθος να θεωρούμε ότι αυτή η δυσκολία είναι επακόλουθο της προχωρημένης ηλικίας και θα πρέπει να αναζητήσουμε τα παθολογικά αίτια που την προκαλούν.
Δεν θα αναφερθούμε σε διαταραχές βάδισης που οφείλονται σε ορθοπεδικά αίτια (π.χ. κατάγματα των κάτω άκρων, αλλοιώσεις της σπονδυλικής στήλης) ούτε σε εκείνες που οφείλονται σε άλλα προφανή αίτια (π.χ. παράλυση μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο). Αντίθετα θα αναφερθούμε στις περιπτώσεις εκείνες όπου η βάδιση σταδιακά γίνεται δύσκολη, συνήθως σε συνδυασμό με αστάθεια και συχνές πτώσεις στο έδαφος. Συγκεκριμένα, με την πάροδο του χρόνου ο ασθενής αισθάνεται τα πόδια του ‘βαριά’ και δύσκαμπτα με αποτέλεσμα η βάδισή του να γίνεται με μικρά συρτά βήματα. Ταυτόχρονα παραπονείται για αστάθεια και διαταραχές της ισορροπίας κατά την βάδιση, κυρίως όταν πρέπει να στρίψει ή όταν το έδαφος είναι ανώμαλο.
Οι σημαντικότερες παθολογίες που προκαλούν τέτοια διαταραχή βάδισης είναι οι παρακάτω:
1) Μικροϊσχαιμική εγκεφαλοπάθεια. Είναι η συχνότερη αιτία. Πρόκειται για μια παθολογία κατά την οποία παρατηρούνται πολύ μικρά εγκεφαλικά επεισόδια τα οποία έχουν συσσωρευτεί, με την πάροδο του χρόνου, στον εγκέφαλο του ασθενούς. Αρχικά ο ασθενής δεν παρουσιάζει καμιά συμπτωματολογία και είναι φαινομενικά υγιής. Όσο όμως πληθαίνουν τα μικροεγγεφαλικά, εμφανίζονται συμπτώματα τα οποία, εκτός από την δυσχέρεια βάδισης, μπορεί να είναι διαταραχές της μνήμης και της κρίσης. Έχουμε έτσι μια εικόνα γεροντικής άνοιας.
Οι προδιαθεσικοί παράγοντες της μικροϊσχαιμικής εγκεφαλοπάθειας είναι: σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, υπερλιπιδαιμίες (ψηλή χοληστερίνη, τριγλυκερίδια), ρευματοπάθειες, κάπνισμα, κατάχρηση αλκοόλ κ.α. Σε κάποιες περιπτώσεις δεν αναγνωρίζεται εμφανές αίτιο και η νόσος χαρακτηρίζεται ‘ιδιοπαθής’(αγνώστου αιτιολογίας). Δυστυχώς οι εγκεφαλικές βλάβες είναι μη αναστρέψιμες γιατί οι νευρώνες (εγκεφαλικά κύτταρα) που έχουν καταστραφεί δεν αντικαθίστανται.
Έτσι, η θεραπεία αποσκοπεί περισσότερο στην πρόληψη της επιδείνωσης της κατάστασης του ασθενούς. Θα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι προδιαθεσικοί παράγοντες και θα πρέπει να χορηγηθούν φάρμακα τα οποία βελτιώνουν την κυκλοφορία του αίματος.
2) Νόσος Parkinson και παραλλαγές της (παρκινσονισμοί). Στην περίπτωση της νόσου του Parkinson συνυπάρχει ο χαρακτηριστικός τρόμος (τρεμούλα) και μια γενικευμένη βραδυκινησία – δυσκαμψία του ασθενούς (οι κινήσεις είναι αργές και δύσκολες). Η νόσος Parkinson είναι αγνώστου αιτιολογίας αλλά σε κάποιες περιπτώσεις οφείλεται σε μικροεγκεφαλικά ή σε άλλες βλάβες του εγκεφάλου.
Η θεραπεία βασίζεται σε φάρμακα τα οποία αναπληρώνουν την ουσία δοπαμίνη, η έλλειψη της οποίας προκαλεί την νόσο. Τα αποτελέσματα, κυρίως στα αρχικά στάδια της νόσου, είναι ικανοποιητικά. Οι παρκινσονισμοί είναι μια ομάδα σπάνιων εκφυλιστικών νοσημάτων του εγκεφάλου συνήθως άγνωστης αιτιολογίας (προϊούσα υπερπηρυνική παράλυση, πολυσυστηματική ατροφία κ.α.). Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία.
3) Άνοιες, νόσος Alzheimer. Σε προχωρημένο στάδιο ο ασθενής με άνοια (έκπτωση των ανωτέρων ψυχικών λειτουργιών, διαταραχές μνήμης και κρίσης κ.α.), παρουσιάζει διαταραχές βάδισης προοδευτικά επιδεινούμενες έως ότου καταλήξει κλινήρης με πλήρη αδυναμία ορθοστάτησης. Σε κάποιες περιπτώσεις οι διαταραχές βάδισης παρατηρούνται από τα αρχικά στάδια της νόσου και οφείλονται σε απραξία (ο εγκέφαλος δεν δίνει εντολή στα πόδια ώστε να κινηθούν). Θεραπευτικά χρησιμοποιούνται φάρμακα που επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου.
4) Υδροκέφαλος. Παρουσιάζεται όταν αυξάνεται η πίεση του υγρού που κυκλοφορεί στον εγκέφαλο (εγκεφαλονωτιαίο υγρό). Στους ηλικιωμένους είναι συχνός ο ‘υδροκέφαλος φυσιολογικής πίεσης’ όπου η πίεση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού βρίσκεται στα ανώτερα φυσιολογικά όρια αλλά, ο ασθενής παρουσιάζει συμπτώματα που είναι: δυσχέρεια βάδισης, ακράτεια ούρων και διαταραχές μνήμης. Η θεραπεία είναι χειρουργική και συνίσταται στην τοποθέτηση ειδικής βαλβίδας παροχέτευσης του υγρού. Υπάρχει και η δυνατότητα φαρμακευτικής αγωγής.
Έτσι λοιπόν, οποιοσδήποτε ηλικιωμένος παρουσιάζει δυσκολία στην βάδισή του θα πρέπει να εξετάζεται από ειδικό γιατρό ώστε να προσδιοριστεί η αιτία και ακολούθως να αντιμετωπιστεί θεραπευτικά.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΑΡΟΣ Ιατρός Νευρολόγος Πρώην Καθηγητής Νευρολογίας ΤΕΙ Αθηνών Ιατρείο - Νευροφυσιολογικό Εργαστήριο (Ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα,Ηλεκτρομυογραφήματα κ.α.): email: