Ο καρκίνος του μαστού είναι μια ετερογενής νόσος με πολλούς διαφορετικούς μοριακούς υπότυπους, οι οποίοι κυρίως προσδιορίζονται από την έκφραση των ορμονικών υποδοχέων (HRs) και τον υποδοχέα του ανθρώπινου επιδερμικού αυξητικού παράγοντα -Human Epidermal Growth Factor Receptor 2 (HER2).
Έχει βρεθεί διασταυρούμενη αλληλεπίδραση ανάμεσα στα σηματοδοτικά μονοπάτια που μπορούν θεραπευτικά να στοχευθούν για ασθενείς με HR + και HER2+ μεταστατικό καρκίνο μαστού.
Τρεις τυχαιοποιημένες μελέτες προτείνουν συνδυασμό ενδοκρινικής θεραπείας και αντι HER2 θεραπείας και όχι χημειοθεραπεία σαν την κατάλληλη πρώτης γραμμής θεραπεία.
Η μέχρι τώρα στρατηγική ήταν η χορήγηση χημειοθεραπείας και ο αντι - HER2 παράγοντας. Η εναλλακτική στρατηγική είναι να αρχίσει εκ των προτέρων με έναν αναστολέα αρωματάσης συν ένα αντι - HER2 παράγοντα και, συνεχίζονται με δύο φάρμακα μέχρι εξέλιξης της νόσου.
Θα πρέπει να εξετάζεται πάντα η επιλογή της ενδοκρινικής θεραπείας, αν δεν υπάρχει βιασύνη για ύφεση και αν η νόσος είναι ένα πολύ αργά εξελισσόμενη νόσος.
Υπάρχει μια αλληλοπαρεμβολή μεταξύ αυτών των δύο βασικών οδών των κυττάρων του όγκου των ορμονικών υποδοχέων και της HER2 οδού. Και ξέρουμε πως η απορρύθμιση του ενός από αυτά τα μονοπάτια θα επηρεάσει το άλλο μονοπάτι και θα οδηγήσει σε αντίσταση. Έτσι αν ρυθμίζεται η αντίσταση και στις δύο οδούς, μπορούμε να έχουμεπραγματικά μια πολύ αποτελεσματική θεραπεία.
Άρα τα άτομα με HER2-θετικό καρκίνο του μαστού θα πρέπει να λαμβάνουν HER2-κατευθυνόμενη θεραπεία.
Για τα άτομα με ER-θετικό καρκίνο που δεν είναι απειλητικός για τη ζωή ή δεν είναι συμπτωματικά, η ορμονική θεραπεία καθώς και η HER2-κατευθυνόμενη θεραπεία (π.χ., lapatinib ή trastuzumab) θα πρέπει να χρησιμοποιούνται.
Για παρόμοιους ασθενείς με ER-αρνητικό καρκίνο, η τραστουζουμάμπη χρησιμοποιείται ως μοναδικός παράγοντας.
Για τα άτομα με συμπτωματική, απειλητική για τη ζωή ασθένεια, ή ασθένεια που αφορά τα σπλαχνικά όργανα (π.χ., ήπαρ ή πνεύμονες),χημειοθεραπεία συνδυασμού με την trastuzumab χρησιμοποιείται από τους περισσότερους. Οι περισσότεροι κλινικοί γιατροί συνδυάζουν HER2-κατευθυνόμενη θεραπεία με χημειοθεραπεία, όπως paclitaxel, docetaxel, βινολερμπίνη, καρμποπλατίνη και γεμσιταμπίνη. Η λαπατινίμπη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με καπεσιταβίνη, αναστολείς αρωματάσης, η πακλιταξέλη, ή trastuzumab. Ενδείκνυται για άτομα που έχουν την εξέλιξη της νόσου στην trastuzumab.
Όποια και αν είναι η θεραπεία θα πρέπει να γίνεται εξατομικευμένα, σύμφωνα με το μοριακό προφίλ του όγκου και πάντα με σεβασμό στην ποιότητα ζωής του ασθενούς.
Βιβλιογραφία
www.peervoice.com