Τη δραματική κατάσταση που επικρατεί στον χώρο της Υγείας αναμένεται σύντομα να βιώσουν από πρώτο χέρι εκατομμύρια ασφαλισμένοι, με την εφαρμογή του θεσμού του οικογενειακού γιατρού. Οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης για την «εμβληματική» -όπως την χαρακτηρίζει- μεταρρύθμιση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) φαίνεται να πέφτουν στο κενό εξαιτίας διαφόρων παραγόντων.

Καταρχάς, ο θεσμός χωλαίνει ήδη εν τη γενέσει του, αφού αποτελεί κοινό μυστικό ότι οι οικογενειακοί γιατροί δεν επαρκούν -είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε κάποιες περιοχές δεν υπάρχει ούτε ένας! Το υπουργείο Υγείας, βέβαιο για την «επιτυχία» του εγχειρήματος, επέλεξε να αγνοήσει τις προειδοποιήσεις του ιατρικού κόσμου πως η μεταρρύθμιση θα ναυαγήσει απομακρύνοντας τον περασμένο Αύγουστο τουλάχιστον 1.700 γιατρούς που είχαν σύμβαση με τον ΕΟΠΥΥ.

Η ταλαιπωρία που υφίστανται οι ασφαλισμένοι αποτελεί προμήνυμα όσων πρόκειται να ακολουθήσουν από 1ης Ιανουαρίου. Όπως αναφέρουν Τα Νέα, περίπου δύο εβδομάδες πριν από την επίσημη εφαρμογή του νέου συστήματος, στα χαρτιά προβλεπόταν να λειτουργούν 120 (από τις 239) Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ) και η δεξαμενή των οικογενειακών γιατρών να ξεχειλίζει από 4.000 γενικούς γιατρούς, παθολόγους και παιδιάτρους.

Επίσης, οι δέκα εκατομμύρια ασφαλισμένοι της χώρας θα έπρεπε ήδη να έχουν εγγραφεί στο νέο σύστημα και κάθε ένας από τους οικογενειακούς γιατρούς να έχει ήδη «χρεωθεί» με πληθυσμό ευθύνης (μέχρι 2.250 ενήλικοι οι παθολόγοι και οι γενικοί γιατροί, μέχρι 1.500 παιδιά οι παιδίατροι).

Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του υπουργείου Υγείας, από την πρώτη ημέρα του 2019 θα έμπαινε σε εφαρμογή και το σύστημα των παραπομπών – δηλαδή ο οικογενειακός ιατρός θα ήταν αυτός που θα έδινε στον ασθενή το πράσινο φως για να επισκεφθεί ειδικό ιατρό ή το «εισιτήριο» για να απευθυνθεί σε μονάδα Δευτεροβάθμιας ή Τριτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας με προτεραιότητα πάντα στις δημόσιες δομές.

Ωστόσο, τα σχέδια του υπουργείου Υγείας έχουν βουλιάξει εξαιτίας της άρνησης των γιατρών να υποστηρίξουν το νέο σύστημα, καθώς ουδέποτε εξασφαλίστηκε η συγκατάθεση της επιστημονικής κοινότητας που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του εγχειρήματος.

Έτσι, δημιουργείται μια δυσβάστακτη συνθήκη για τους ασθενείς, δεδομένου ότι ο ιδιωτικός τομέας αποτελεί αναγκαστική λύση σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία καταγράφεται έξαρση ιώσεων και λοιμώξεων.

Μοιραία, το βάρος του νέου συστήματος καλούνται να καλύψουν οι μόλις 500 γιατροί που υπηρετούν στις Τοπικές Μονάδες Υγείας και 650 συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ γενικοί γιατροί, παθολόγοι και παιδίατροι.

Ταυτόχρονα, απέτυχε και το εναλλακτικό σχέδιο να μετατραπούν με το ζόρι σε οικογενειακούς οι γιατροί των Κέντρων Υγείας και των ΠΕΔY (πρώην πολυϊατρειών του ΙΚΑ) αφού οι ίδιοι αρνούνται να δώσουν τη συγκατάθεσή τους, παρόλο που τα ονόματά τους αναγράφονται στις ηλεκτρονικές λίστες.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εφημερίδας, νέο μπλακάουτ στην σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες, καθώς η δεξαμενή με τους 2.350 γιατρούς (μεταξύ των οποίων παθολόγοι, γενικοί γιατροί και παιδίατροι) των μονάδων ΠΕΔY και των Κέντρων Υγείας αδειάζει με ταχείς ρυθμούς.

Και αυτό διότι οι 800 εξ αυτών, οι οποίοι υπηρετούν στις μονάδες ΠΕΔY, έχουν καταθέσει αγωγές διεκδικώντας και την παραμονή τους στο ΠΕΔΥ και τη διατήρηση του ιδιωτικού τους ιατρείου, ενώ το υπουργείο Υγείας τους έχει δώσει προθεσμία έως τα τέλη Δεκεμβρίου ώστε να επιλέξουν. Αν συνυπολογίσει δε κανείς και την επικείμενη συνταξιοδότηση άλλων 100 γιατρών, θα απομείνουν στις μονάδες ΠΕΔY περίπου 1.200 γιατροί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πρόσβαση των πολιτών σε δωρεάν δομές Υγείας.

Η προβλεπόμενη διαδικασία και… η σκληρή πραγματικότητα

Σύμφωνα με τον σχεδιασμό του υπουργείου Υγείας από το νέο έτος ο ασφαλισμένος που αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας θα μπορεί να επισκέπτεται μόνο τον οικογενειακό γιατρό που έχει επιλέξει. Ο γιατρός αυτός θα έχει την αρμοδιότητα να παραπέμπει τον ασφαλισμένο στα Κέντρα Υγείας, στις δημόσιες μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας και τους συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, εφόσον το κρίνει ιατρικώς απαραίτητο.

Τα έκτακτα και επείγοντα περιστατικά θα συνεχίσουν να εξυπηρετούνται χωρίς καμιά παραπομπή, σε όλες τις Μονάδες της Πρωτοβάθμιας (ΤΟΜΥ, Κέντρα Υγείας, πρώην μονάδες ΠΕΔΥ, Περιφερειακά Ιατρεία) και Δευτεροβάθμιας Περίθαλψης (Νοσοκομεία).

Ωστόσο, αυτή την στιγμή οι πολίτες βρίσκονται σε πλήρη σύγχυση. Λόγω της έλλειψης οικογενειακών γιατρών δεν έχουν ιδέα και για το πώς και ποιος θα τους συνταγογραφεί φάρμακα και εξετάσεις, καθώς το υπουργείο Υγείας δεν έχει προβεί επισήμως σε διευκρινίσεις.

Η μόνη ενημέρωση προέρχεται από ανεπίσημες δηλώσεις και διαρροές έπειτα από συναντήσεις της ηγεσίας του υπουργείου με ιατρικούς συλλόγους ή ενώσεις. Την περασμένη εβδομάδα ο ίδιος ο υπουργός Υγείας είπε σε συνέντευξη πως καταργείται ο υποχρεωτικός χαρακτήρας του μέτρου από την αρχή του 2019». Μετά από συνάντηση που είχε μαζί του, η Επαγγελματική Ένωση Παθολόγων Ελλάδας (ΕΕΠΕ) ανακοίνωσε ότι «θα συνεχιστεί απρόσκοπτα η εξυπηρέτηση των πολιτών από όλους τους παθολόγους ως έχει, χωρίς να αποκλείονται όσοι πολίτες δεν έχουν εγγραφεί στις λίστες των οικογενειακών ιατρών μέχρι 31 Δεκεμβρίου».

Επιπλέον, στην ίδια κλειστή συνάντηση, ο Ανδρέας Ξανθός φέρεται να διαβεβαίωσε ότι «ο θεσμός του gatekeeping για παραπομπή σε νοσοκομεία δεν θα αφορά τους παθολόγους, συμβεβλημένους ή μη. Δεν θα υπάρξει κανένας αποκλεισμός από τη συνταγογράφηση και/ή την παραπεμπτικογραφία για όλους τους παθολόγους». Υπό τα δεδομένα αυτά, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθήνας (ο μεγαλύτερος της χώρας) ζητά να ακυρωθεί η εφαρμογή του νέου συστήματος και να ξεκινήσει εκ νέου διάλογος, για τον επανασχεδιασμό του με τις αναγκαίες προϋποθέσεις.